Τίτλοι κωδικού
Γλώσσα | Τίτλος |
---|---|
Ελληνικά
|
Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη και αντιρευματικά |
Αγγλικά
|
Antiinflammatory and antirheumatic products, non-steroids |
Κατάταξη ομάδας
Επίπεδο | Κωδικός | Τίτλος |
---|---|---|
1 | M | Φάρμακα αρθροπαθειών και μυοσκελετικών παθήσεων |
2 | M01 | Αντιφλεγμονώδη και αντιρευματικά φάρμακα |
3 | M01A | Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη και αντιρευματικά |
Περιεχόμενα ομάδας
Κωδικός | Τίτλος |
---|---|
M01AA | Βουτυλπυραζολιδίνες |
M01AB | Παράγωγα οξεικού οξέος και συγγενείς ενώσεις |
M01AC | Οξικάμες |
M01AE | Παράγωγα προπιονικού οξέος |
M01AG | Φαιναμάτες |
M01AH | Κοξίμπες |
M01AX | Λοιπά μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη και αντιρευματικά / Αναστολείς της Κυκλοοξυγονάσης (COX) |
Δραστικές ουσίες ομάδας
Δραστική ουσία | Σύντομη περιγραφή |
---|---|
Ασεκλοφενάκη |
Η ασεκλοφενάκη (aceclofenac) είναι ισχυρό ΜΣΑΦ, με πρόσθετες αναλγητικές ιδιότητες. Ο τρόπος δράσης της βασίζεται κυρίως στην αναστολή της σύνθεσης προσταγλανδινών μέσω αναστολής του ενζύμου κυκλο-οξυγενάση. |
Ασεμετασίνη |
Η ασεμετασίνη (acemetacin) ανήκει στην ομάδα των παραγώγων του ινδολίου. Έχει σημαντική αντιφλεγμονώδη, αναλγητική και αντιπυρετική δράση που οφείλεται μερικώς στην αναστολή της σύνθεσης των προσταγλανδινών που προκαλεί. |
Αμπιροξικάμη |
|
Βενζυδαμίνη |
Η υδροχλωρική βενζυδαμίνη (benzydamine) ανήκει στην ομάδα των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών ουσιών. Σταθεροποιεί την κυτταρική μεμβράνη και παρεμποδίζει τη σύνθεση των προσταγλανδινών. Παρουσιάζει τοπική αντιφλεγμονώδη και αναλγητική δράση, και ασκεί τοπική αναισθητική δράση στο στοματικό βλεννογόνο. Κλινικές μελέτες αποδεικνύουν ότι η βενζυδαμίνη είναι αποτελεσματική για τη θεραπεία τοπικών στοματικών και φαρυγγικών ερεθιστικών διαδικασιών. |
Βουμαδιζόνη |
|
Σελεκοξίμπη |
Η σελεκοξίμπη (celecoxib) είναι ένα αντιφλεγμονώδες φάρμακο, το οποίο ανήκει σε μια κατηγορία φαρμάκων που ονομάζονται ειδικοί αναστολείς της C0X-2. Βοηθά στην ανακούφιση του πόνου, του οιδήματος και του πυρετού, που προκαλούνται από την αρθρίτιδα. Η σελεκοξίμπη δρα μέσω της μείωσης του επιπέδου των προσταγλανδινών, που παράγονται από τον οργανισμό και οι οποίες προκαλούν πόνο, οίδημα και πυρετό. |
Θειική χονδροϊτίνη |
Η θειϊκή χονδροϊτίνη ανήκει στην υποομάδα των πολυσακχαριτών, τις γλυκοζαμινογλυκάνες. Η θειϊκή χονδροϊτίνη είναι ένα από τα κυρία συστατικά του χόνδρου, όπου ενώνεται με μια κεντρική πρωτεΐνη, σχηματίζοντας τις πρωτεογλυκάνες, οι οποίες αποδίδουν στους χόνδρους τις μηχανικές και ελαστικές ιδιότητες τους. |
Clofezone |
|
Δεξιβουπροφαίνη |
Η δεξιβουπροφαίνη είναι ένα μη στεροειδές παράγωγο του προπιονικού οξέος και θεωρείται το φαρμακολογικώς δραστικό εναντιομερές της ρακεμικής ιβουπροφαίνης. Η ρακεμική ιβουπροφαίνη είναι μία μη στεροειδής ουσία με αντιφλεγμονώδη και αναλγητική δράση. Ο μηχανισμός δράσης της θεωρείται ότι οφείλεται στην αναστολή της σύνθεσης των προσταγλανδινών. |
Δεξοκετοπροφαίνη |
H δεξκετοπροφαίνη είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο. Δρα αναστέλλοντας τη δράση της κυκλοοξυγενάσης. Η κυκλοοξυγενάση εμπλέκεται στην παραγωγή των χημικών ουσιών στο σώμα που ονομάζονται προσταγλανδίνες. Οι προσταγλανδίνες παράγονται ως αντίδραση σε τραυματισμό ή σε ορισμένες ασθένειες και προκαλούν οίδημα, φλεγμονή και πόνο. Αποκλείοντας την κυκλοοξυγενάση, η δεξκετοπροφαίνη εμποδίζει την παραγωγή των προσταγλανδινών και επομένως μειώνει τη φλεγμονή και τον πόνο. Μαζί με την περιφερική αναλγητική δράση, η δεξκετοπροφαίνη έχει και κεντρική αναλγητική δράση. |
Διασερεΐνη |
Η διασερεΐνη παρουσιάζει μία μέτριου βαθμού αντιφλεγμονώδη δράση. Σε ισχυρές δόσεις είναι αντιφλεγμονώδες, χωρίς ιδιαίτερη ερεθιστική δράση στο στόμαχο. Διαφοροποιείται από τη γνωστή κατηγορία των ΜΣΑΦ (μη στεροειδή αντι φλεγμονώδη) από το μηχανισμό δράσεως της που δεν έχει ακόμα επαρκώς ερμηνευθεί. Η δράση της είναι βραδεία και εκδηλώνεται γύρω στην 30η ημέρα της αγωγής και είναι σημαντική γύρω στην 45η ημέρα. Το αποτέλεσμα είναι αρθροιστικό σε συνδυασμό με ΜΣΑΦ. |
Δικλοφαινάκη |
Η δικλοφενάκη (diclofenac) είναι ένα μη στερινοειδές αντιφλεγμονώδες με αποδεδειγμένες αντιφλεγμονώδεις και αναλγητικές ιδιότητες. Η δικλοφενάκη αναστέλλει τη βιοσύνθεση των προσταγλανδινών αναστέλλοντας τη δράση της συνθετάσης της προσταγλανδίνης κατά τρόπο μη αναστρέψιμο. Αυτή η μειωμένη παραγωγή προσταγλανδινών είναι συνέπεια του ανταγωνισμού μεταξύ της δικλοφαινάκης και του αραχιδονικού οξέος στη σύνδεση με την κυκλοοξυγονάση (συνθετάση της προσταγλανδίνης). |
Ετορικοξίμπη |
Η ετορικοξίμπη (etoricoxib) είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο (ΜΣΑΦ). Ανήκει στην κατηγορία των ΜΣΑΦ φαρμάκων που ονομάζονται εκλεκτικοί αναστολείς της κυκλο-οξυγενάσης 2 (cyclo-oxy-genase 2, COX-2). Η κυκλο-οξυγενάση είναι ένα ένζυμο υπεύθυνο για την σύνθεση των προσταγλανδινών, οι οποίες είναι χημικές ενώσεις του οργανισμού και μπορούν να προκαλέσουν πόνο και φλεγμονή. |
Φαινοπροφαίνη |
|
Φλουφεναμικό οξύ |
|
Φλουρβιπροφαίνη |
Η φλουρβιπροφαίνη ανήκει στα παράγωγα του προπιονικού οξέος. Σαν μη στεροειδής αντιφλεγμονώδης παράγων έχει αντιφλεγμονώδη, αναλγητική και αντιπυρετική δράση. |
Γλουκοζαμίνη |
Η γλουκοσαμίνη (glucosamine) παίζει σημαντικό ρόλο στη βιοχημεία του χόνδρου, δεδομένου ότι υπεισέρχεται στη φυσιολογική σύνθεση των πολυσακχαριδικών αλυσίδων των βασικών γλυκοσαμινογλυκανών του αρθρικού θυλάκου και του αρθρικού υγρού. Φαρμακολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι η εξωγενής γλουκοζαμίνης, είναι το προτιμότερο και αναγκαίο υπόστρωμα για τη σύνθεση των γλυκοσαμινογλυκανών από τα χονδροκύτταρα και συνεπώς των πρωτεογλυκανών και ότι αυτή μπορεί να βελτιώσει αυτές τις βιοσυνθετικές διαδικασίες. |
Ιβουπροφαίνη |
Η ιβουπροφαίνη είναι ένα παράγωγο του προπιονικού οξέος μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο (ΜΣΑΦ) με αναλγητική, αντιφλεγμονώδη και αντιπυρετική δράση. Οι θεραπευτικές ιδιότητες του φαρμάκου θεωρείται ότι οφείλονται στην ανασταλτική δράση επί του ενζύμου κυκλοξυγενάση που έχει ως αποτέλεσμα τη σημαντική αναστολή της σύνθεσης των προσταγλανδινών. Οι ιδιότητες αυτές παρέχουν συμπτωματική ανακούφιση από τη φλεγμονή, τον πόνο και τον πυρετό. |
Ινδομεθακίνη |
Η ινδομεθακίνη (indometacin) είναι μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο, παράγωγο του ινδολίου, που έχει επίσης αναλγητικές και αντιπυρετικές ιδιότητες. Η αντιφλεγμονώδης δράση του οφείλεται στην αναστολή σύνθεσης των προσταγλανδινών και πιθανώς και σε άλλες δράσεις, όπως είναι η αναστολή της φωσφοδιεστεράσης και της μετανάστευσης των λευκοκυττάρων. |
Kebuzone |
|
Κετοπροφαίνη |
Η κετοπροφαίνη ανήκει στην ομάδα των μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών παραγώγων του προπιονικού οξέος. Χρησιμοποιείται ως αντιφλεγμονώδες και αναλγητικό. |
Κετορολάκη |
Η κετορολάκη είναι ένας μη στεροειδής αντιφλεγμονώδης παράγοντας που παρουσιάζει αναλγητική και αντιφλεγμονώδη δράση. Πιστεύεται ότι αναστέλλει το ένζυμο κυκλο-οξυγενάση που είναι απαραίτητο για τη βιοσύνθεση των προσταγλανδινών. Η κετορολάκη φαίνεται να μειώνει τα επίπεδα των προσταγλανδινών στο υδατοειδές υγρό μετά από τοπική οφθαλμική χορήγηση. |
Λορνοξικάμη |
Η λορνοξικάμη (lornoxicam) είναι μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο με αναλγητικές ιδιότητες και ανήκει στην κατηγορία των οξικαμών. Ο τρόπος δράσης της λορνοξικάμης σχετίζεται κυρίως με την αναστολή της σύνθεσης των προσταγλανδινών (αναστολή του ενζύμου κυκλοοξυγενάση) που οδηγεί σε απευαισθητοποίηση των περιφερικών υποδοχέων του πόνου και συνεπώς σε αναστολή της φλεγμονής. Έχει επίσης αναφερθεί κεντρική δράση στην υποδοχή του πόνου που φαίνεται να είναι ανεξάρτητη από τις αντιφλεγμονώδεις δράσεις. |
Μεκλοφεναμικό οξύ |
|
Μεφαιναμικό οξύ |
Το μεφαιναμικό οξύ είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο με αντιφλεγμονώδη, αναλγητική και αντιπυρετική δράση. Έχει κυρίως αναλγητική δράση, αντιπυρετική και λιγότερο αντιφλεγμονώδη. |
Μελοξικάμη |
Η μελοξικάμη είναι μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο (ΜΣΑΦ) της οικογένειας των οξικαμών, με αντιφλεγμονώδεις, αναλγητικές και αντιπυρετικές ιδιότητες. Δρα αναστέλλοντας τη δημιουργία στον οργανισμό προσταγλανδινών που θεωρούνται ως ουσίες που προκαλούν στην περιοχή της βλάβης τα συμπτώματα της φλεγμονής. |
Ναβουμετόνη |
Η ναμπουμετόνη είναι ένα νέο, μη όξινο, μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο, το οποίο υπόκειται στην ηπατική βιομετατροπή στον κύριο ενεργό μεταβολίτη, το 6-μεθοξυ-2-ναφθυλοξικό οξύ (6-ΜΝΑ), που είναι ένας ισχυρός αναστολέας της σύνθεσης των προσταγλανδινών, πιθανότατα μέσω δεσμευτικών για την COX-2 και COX-1 υποδοχείς. |
Ναπροξένη |
Η ναπροξένη (naproxen) είναι ένα μη ναρκωτικό ανατιφλεγμονώδες φάρμακο με σημαντική αντιφλεγμονώδη και αντιπυρετική δράση. Οι ιδιότητες αυτές έχουν αποδειχθεί σε κλινικές μελέτες σε ανθρώπους και σε κλασικές μελέτες σε ζώα. Οι αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες εμφανίζονται ακόμη και σε ζώα που έχουν υποστεί επινεφριδιοεκτομή φανερώνοντας ότι η δράση του δεν καθορίζεται από τον άξονα επινεφρίδια-υπόφυση. |
Νιφλουμικό οξύ |
Το νιφλουμικό οξύ (niflumic acid) είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο το οποίο προέρχεται από το νικοτινικό οξύ με αντιφλεγμονώδης και αναλγητική ενέργεια καθώς και ανασταλτική δράση στη σύνθεση της προσταγλανδίνης. |
Νιμεσουλίδη |
Η νιμεσουλίδη (nimesulide) είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες-αναλγητικό φάρμακο με γενικότερη δράση επί του μηχανισμού της αναπτύξεως της φλεγμονής γιατί επηρεάζει και την κυτταρική συμμετοχή στις αντιδράσεις αυτές. Η δράση του φαίνεται να σχετίζεται με την αναστολή στη σύνθεση των προσταγλανδινών (δράση στο ένζυμο κυκλοοξυγενάση). |
Οξακεπρόλη |
|
Οξαπροζίνη |
Η οξαπροζίνη (oxaprozin) είναι ένας μακράς δράσης, μη στεροειδής αντιφλεγμονώδης παράγων (NSAID) που έχει επίσης αναλγητική και αντιπυρετική ιδιότητα. |
Παρεκοξίμπη |
Η παρεκοξίμπη είναι προφάρμακο της βαλντεκοξίμπης. Η βαλντεκοξίμπη αποτελεί έναν εκλεκτικό αναστολέα της κυκλοοξυγενάσης-2 (COX-2), όταν χορηγείται σε κλινικές δόσεις. Η κυκλοοξυγενάση είναι υπεύθυνη για τη σύνθεση των προσταγλανδινών. Δύο ισομορφές, η COX-1 και η COX-2, έχουν προσδιορισθεί. Η COX-2 αποτελεί την ισομορφή του ενζύμου, για την οποία έχει αποδειχθεί ότι παράγεται επαγωγικά κατόπιν προφλεγμονωδών ερεθισμάτων και θεωρείται κυρίως υπεύθυνη για τη σύνθεση των προστανοειδών που διαμεσολαβούν στην πρόκληση άλγους, φλεγμονής και πυρετού. |
Πιροξικάμη |
Η πιροξικάμη είναι μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο, το οποίο διαθέτει επίσης αναλγητικές και αντιπυρετικές ιδιότητες. Η πιροξικάμη είναι δραστική ανεξάρτητα από την αιτιολογία της φλεγμονής. |
Προγλυμετακίνη |
|
Ροφεκοξίμπη |
Η ροφεκοξίμπη είναι ένας εκλεκτικός αναστολέας της κυκλοοξυγενάσης-2 (COX-2), έχει ταξινομηθεί ως ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο (NSAID). |
Ραφιναρισμένο σογιέλαιο |
|
Σουλινδάκη |
Η σουλινδάκη (sulindac) είναι προφάρμακο, παράγωγο του ινδενοξεικού οξέος, ισοστερές της ινδομεθακίνης. Σε κυτταρικά συστήματα και in vitro, μετατρέπεται άμεσα και αναστρέψιμα στον σουλφιδικό μεταβολίτη της, ο οποίος έχει αντιφλεγμονώδεις, αναλγητικές και αντιπυρετικές δράσεις και πιστεύεται ότι οφείλεται στην αναστολή τόσο της COX-1 και COX-2 η οποία οδηγεί στην αναστολή της σύνθεσης των προσταγλανδινών, 500 περίπου φορές περισσότερο από την μητρική ένωση. Η αντιπυρετική δράση μπορεί να οφείλεται σε δράση επί του υποθαλάμου, με αποτέλεσμα μια αυξημένη περιφερειακή ροή αίματος, αγγειοδιαστολή, και επακόλουθη διάχυση της θερμότητας. |
Σουπροφαίνη |
|
Τενοξικάμη |
Η τενοξικάμη (tenoxicam) είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο με αντιφλεγμονώδεις, αναλγητικές, αντιπυρετικές ιδιότητες, που αναστέλλει επίσης τη συγκόλληση των αιμοπεταλίων. |
Θειαπροφαινικό οξύ |
|
Τολφαιναμικό οξύ |
Το τολφαιναμικό οξύ είναι μη στεροειδές φάρμακο με αντιφλεγμονώδη, αναλγητική και αντιπυρετική δράση. Το τολφαιναμικό οξύ είναι αναστολέας της σύνθεσης των προσταγλανδινών, αναστολέας των υποδοχέων της προσταγλανδίνης και αναστολέας της σύνθεσης των λευκοτριενίων. |
Βαλδεκοξίμπη |
|
Ζαλτοπροφένη |
|