Τίτλοι κωδικού
Κατάταξη ομάδας
Περιεχόμενα ομάδας
Δραστικές ουσίες ομάδας
Η αλδεσλευκίνη (aldesleukin) είναι μία λεμφοκίνη που παράγεται με τεχνολογία ανασυνδυασμένου DNA και δρα ως ρυθμιστής της ανοσολογικής ανταπόκρισης. Η χορήγηση αλδεσλευκίνης σε πρότυπα όγκου μυών απέδειξε ότι μειώνει την ανάπτυξη και την εξάπλωση των όγκων. Ο ακριβής μηχανισμός με τον οποίο η ανοσοδιέγερση μέσω της αλδεσλευκίνης οδηγεί σε αντι-ογκολογική δράση, δεν είναι ακόμη γνωστός.
Το εμβόλιο BCG είναι ένας ανοσοδιεγερτικός παράγοντας. Έχει αντικαρκινική δραστηριότητα αλλά ο ακριβής μηχανισμός δράσης δεν είναι γνωστός. Τα κλινικά δεδομένα υποδηλώνουν ότι λαμβάνει μέρος μια ενεργή μη ειδική αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος. Το BCG ενεργοποιεί μια τοπική φλεγμονώδη αντίδραση στην οποία εμπλέκεται μια ποικιλία από ανοσοκύτταρα, όπως μακροφάγα, φυσικά φονικά κύτταρα και κύτταρα Τ.
Η φιλγραστίμη (filgrastim) προκαλεί σημαντική αύξηση του αριθμού των ουδετεροφίλων στο περιφερικό αίμα μέσα σε 24 ώρες, συνοδευόμενη από σαφώς μικρότερες αυξήσεις σε μονοκύτταρα.
Η γκλατιραμέρη (glatiramer) δρα τροποποιώντας την ανοσολογική διαδικασία που πιστεύεται σήμερα ότι είναι υπεύθυνη για την παθογένεση της πολλαπλής σκλήρυνσης.
Η ισταμίνη/IL-2 είναι μία ανοσοθεραπεία που στοχεύει στην επαγωγή της καταστροφής των καταλοίπων των μυελογενών λευχαιμικών κυττάρων μέσω ανοσίας ώστε να αποφευχθεί η υποτροπή της λευχαιμίας. Ο ρόλος της ισταμίνης είναι να προστατεύει τα λεμφοκύτταρα, ιδιαίτερα τα ΝΚ κύτταρα και τα Τ κύτταρα που ευθύνονται για την ανοσιακή καταστροφή των καταλοίπων των λευχαιμικών κυττάρων.
Η ιντερφερόνη άλφα 2b (interferon alpha-2b) παράγεται με τεχνικές ανασυνδυασμού του DNA ασκεί τις κυτταρικές της δράσεις κατόπιν σύνδεσής της με ειδικούς μεμβρανικούς υποδοχείς πάνω στην κυτταρική επιφάνεια. Σε μελέτες που έγιναν με συστήματα καλλιεργειών από ζωϊκά και ανθρώπινα κύτταρα καθώς και με ξενομοσχεύματα ανθρωπίνων όγκων σε πειραματόζωα αποδείχθηκε ότι η ανασυνδυασμένη ιντερφερόνη άλφα-2b εμφανίζει ανασταλτική επί του κυτταρικού πολλαπλασιασμού, αντινεοπλασματική δράση και σημαντική ανοσοτροποποιητική δράση in vitro.
Η ιντερφερόνη αλφακόνη 1 (interferon alfacon 1) είναι μία ανασυνδυασμένη, υβριδική πρωτεΐνη που προκύπτει από διαφορετικό συνδυασμό της αλληλουχίας των αμινοξέων της ιντερφερόνης άλφα. Η ιντερφερόνη αλφακόνη 1 δεν επιδρά άμεσα εναντίον του ιού της ηπατίτιδας C, αλλά συνδεόμενη με επιφανειακούς, κυτταρικούς υποδοχείς ιντερφερόνης μπορεί να προκαλέσει πλειοτροπικές τις βιολογικές αποκρίσεις που περιλαμβάνουν αντι-ιική δράση, αντιπολλαπλασιαστικές και ανοσορυθμιστικές επιπτώσεις, ρύθμιση των επιφανειακών αντιγόνων μείζον ιστοσυμβατότητας (HLA τάξης I και τάξης II), καθώς και ρύθμιση της έκφρασης των κυτταροκινών.
Η ιντερφερόνη βήτα-1α (interferon beta-1a) ασκεί τις βιολογικές δράσεις της συνδεόμενη με ειδικούς υποδοχείς στην επιφάνεια των ανθρώπινων κυττάρων. Αυτή η σύνδεση “πυροδοτεί” μία σύνθετη αλληλουχία από ενδοκυτταρικά συμβάντα, τα οποία καταλήγουν στην έκφραση των πολυάριθμων επαγόμενων από την ιντερφερόνη γονιδιακών προϊόντων και δεικτών. Δεν είναι γνωστό κατά πόσον ο μηχανισμός δράσης της ιντερφερόνης βήτα-1α στη σκλήρυνση κατά πλάκας ακολουθεί την ίδια οδό όπως η βιολογική δράση διότι η παθοφυσιολογία της σκλήρυνσης κατά πλάκας δεν έχει καθορισθεί επαρκώς.
Η ιντερφερόνη βήτα-1b (interferon beta 1b) διαθέτει δράση τόσο αντιιική όσο και ανοσορυθμιστική. Οι μηχανισμοί, μέσω των οποίων η ιντερφερόνη βήτα-1b ασκεί τη δράση της στην πολλαπλή σκλήρυνση, δεν έχουν ακόμη κατανοηθεί πλήρως. Ωστόσο είναι γνωστό ότι οι βιολογικές ιδιότητες απάντησης-τροποποίησης της ιντερφερόνης βήτα-1b πραγματοποιούνται διαμέσου των αλληλεπιδράσεων με ειδικούς κυτταρικούς υποδοχείς, οι οποίοι βρίσκονται στην επιφάνεια ανθρώπινων κυττάρων.
Πιθανολογείται ότι η ιντερφερόνη γάμμα-1β (interferon gamma-1b) αυξάνει την κυτταροτοξικότητά των μακροφάγων μακροφάγων ενισχύοντας την ενεργοποίηση των μακροφάγων του αναπνευστικού συστήματος δια της δημιουργίας τοξικών μεταβολιτών οξυγόνου που παρεμβαίνουν στην εξόντωση των ενδοκυτταρίων μικροοργανισμών.
Η λενογραστίμη (lenograstim) ανήκει στην ομάδα των κυτοκινών, των βιολογικώς δραστικών πρωτεϊνών που ρυθμίζουν τη διαφοροποίηση και την ανάπτυξη των κυττάρων. Η λενογραστίμη προκαλεί σημαντική αύξηση του αριθμού των ουδετεροφίλων του περιφερικού αίματος εντός 24 ωρών από τη χορήγηση.
Η λιπεγκφιλγραστίμη (lipegfilgrastim) είναι μια μορφή παρατεταμένης διάρκειας της φιλγραστίμης λόγω της μειωμένης νεφρικής κάθαρσης. Η λιπεγκφιλγραστίμη συνδέεται στον υποδοχέα του ανθρώπινου G-CSF όπως η φιλγραστίμη και η πεγκφιλγραστίμη. Ο ανθρώπινος G-CSF είναι μια γλυκοπρωτεΐνη που ρυθμίζει την παραγωγή και απελευθέρωση λειτουργικών ουδετεροφίλων από το μυελό των οστών.
Η μιφαμουρτίδη (mifamurtide) είναι πλήρως συνθετικό παράγωγο του μουραμυλικού διπεπτιδίου (MDP). Η MTP-PE είναι ισχυρός ενεργοποιητής μονοπύρηνων και μακροφάγων κυττάρων. Ο ακριβής μηχανισμός με τον οποίο η ενεργοποίηση των μονοπύρηνων και μακροφάγων κυττάρων μετά από τη χορήγηση της μιφαμουρτίδης προκαλεί την καταπολέμηση των όγκων σε ζώα και ανθρώπους δεν είναι ακόμη πλήρως γνωστός.
H μολγραμοστίμη (molgramostim) είναι ανασυνδυασμένη γλυκοπρωτεΐνη ισοδύναμη με τον παράγοντα διέγερσης των αποικιών των κοκκιοκυττάρων και των μακροφάγων (r-HuGM-CSF).
Η πεγκφιλγκραστίμη (pegfilgrastim) αποτελεί μια μορφή παρατεταμένης διάρκειας της φιλγραστίμης, χάρη στη μειωμένη νεφρική κάθαρση. Έχει αποδειχθεί ότι η πεγκφιλγκραστίμη και η φιλγραστίμη έχουν τον ίδιο τρόπο δράσης, προκαλώντας σημαντική αύξηση του αριθμού των ουδετερόφιλων στο περιφερειακό αίμα μέσα σε 24 ώρες, με μικρή μόνο αύξηση των μονοκυττάρων και/ή των λεμφοκυττάρων.
Η πεγκιντερφερόνη βήτα-1α είναι μια ιντερφερόνη βήτα-1α συζευγμένη με ένα μεμονωμένο, γραμμικό μόριο μεθοξυ-πολυ(αιθυλενογλυκόλης) 20 kDa στην άλφα-αμινομάδα του αμινοτελικού αμινοξικού καταλοίπου. Δεν είναι γνωστός ο ακριβής μηχανισμός δράσης της πεγκιντερφερόνης βήτα-1α στην σκλήρυνση κατά πλάκας (ΣΚΠ). Η πεγκιντερφερόνη βήτα-1α προσδένεται στον υποδοχέα ιντερφερόνης τύπου Ι στην επιφάνεια των κυττάρων και ενεργοποιεί μια ακολουθία ενδοκυττάριων συμβάντων που οδηγούν σε ρύθμιση της γονιδιακής έκφρασης που ανταποκρίνεται στην ιντερφερόνη.
Η πεγκιντερφερόνη άλφα-2α (peginterferon alpha-2a) είναι μια πεγκυλιωμένη ιντερφερόνη άλφα-2α και έχει in vitro τις τυπικές αντιικές και αντιπολλαπλασιαστικές δραστηριότητες της ιντερφερόνης άλφα-2α. Η πεγκιντερφερόνη άλφα-2α ενδείκνυται για τη θεραπεία της ηπατίτιδας Β και C.
Η πεγκιντερφερόνη άλφα-2b (peginterferon alpha-2b) είναι μια ομοιοπολική σύζευξη της ανασυνδυασμένης ιντερφερόνης άλφα-2b με μονομεθόξυ πολυαιθυλενογλυκόλη. Αν και ο ακριβής μηχανισμός αντιιικής δράσης της ανασυνδυασμένης ιντερφερόνης άλφα-2b δεν είναι γνωστός, φαίνεται να μεταβάλει τον μεταβολισμό των κυττάρων του ξενιστή. Αυτή η δράση καταστέλλει την αντιγραφή των ιών ή, εάν η αντιγραφή γίνεται, οι απόγονοι ιοί αδυνατούν να αποχωρήσουν από το κύτταρο.
Η πιδοτιμόντη (pidotimod) είναι μια υψηλής καθαρότητας, συνθετική, ανοσοδιεγερτική, δραστική ουσία η οποία διεγείρει και ρυθμίζει τα κύτταρα τα οποία ευθύνονται για την ανοσοποιητική απάντηση.
Η πλεριξαφόρη (plerixafor) επάγει την λευκοκυττάρωση και τη άνοδο του επιπέδου των ελεύθερων προγονικών αιμοποιητικών κυττάρων μέσω της διακοπής δέσμευσης του CXCR4 στο συγγενικό της συνδέτη, γνωστό ως CXCL12, οδηγώντας στην εμφάνιση στη συστηματική κυκλοφορία τόσο ώριμων όσο και πολυδύναμων κυττάρων. Τα κινητοποιημένα από την πλεριξαφόρη CD34+ κύτταρα, είναι λειτουργικά και ικανά να μεταμοσχεύονται με μακροχρόνια ικανότητα αποκατάστασης του πληθυσμού.
Η σαργραμοστίμη (sargramostim) προσδένεται στον υποδοχέα του παράγοντα διέγερσης σχηματισμού αποικιών από μακροφάγα κύτταρα (GM-CSF-R-alpha or CSF2R), ενεργοποιώντας ένα βιοχημικό μονοπάτι μεταγωγής σήματος (JAK2 STAT1/STAT3) με απώτερο αποτέλεσμα την παραγωγή νέων αιμοποιητικών κυττάρων και ουδετερόφιλων κυττάρων.
Το sipuleucel-T είναι μια αυτόλογη κυτταρική ανοσοθεραπεία που έχει σχεδιαστεί για να προκαλεί ανοσολογική απάντηση, στοχευμένη ενάντια στην όξινη προστατική φωσφατάση (PAP), ένα αντιγόνο που εκφράζεται στους περισσότερους καρκίνους του προστάτη. Τα μονοπύρηνα κύτταρα περιφερικού αίματος που συλλέγονται από τους ασθενείς καλλιεργούνται με PAP-GM-CSF, μια πρωτεΐνη σύντηξης που αποτελείται από PAP ενωμένη με τον παράγοντα διέγερσης αποικιών κοκκιοκυττάρων-μακροφάγων (GM-CSF), έναν ενεργοποιητή ανοσοκυττάρων. Κατά την ex vivo καλλιέργεια με PAP-GM-CSF, τα ενεργοποιημένα APC (κύτταρα παρουσίασης αντιγόνου) δεσμεύουν και επεξεργάζονται το ανασυνδυασμένο αντιγόνο στόχο σε πεπτίδια που παρουσιάζονται στη συνέχεια στα λεμφοκύτταρα T.
Η τασονερμίνη (tasonermin) είναι κυτταροτοξική ή κυτταροστατική για πλήθος νεοπλασματικών κυττάρων διαφορετικής ιστογένεσης. Η τασονερμίνη επηρεάζει τη μορφολογία και μειώνει τον ρυθμό πολλαπλασιασμού των ενδοθηλιακών κυττάρων. Επίσης, παρουσιάζει έντονη επίδραση στα κυτταρικά στοιχεία του ανοσοποιητικού συστήματος.