Τίτλοι κωδικού


Κατάταξη ομάδας
Περιεχόμενα ομάδας
Δραστικές ουσίες ομάδας
Η αζτρεονάμη (aztreonam) είναι ένα συνθετικό αντιβιοτικό της ομάδας των μονομπακταμών. Eίναι δραστική έναντι των αεροβίων Gram αρνητικών βακτηρίων, ενώ δεν είναι δραστική έναντι των Gram+ κόκκων και των αναεροβίων εν γένει. Η βακτηριοκτόνος δράση της αζτρεονάμης προέρχεται από την αναστολή της σύνθεσης του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος λόγω της υψηλής συγγένειας της αζτρεονάμης με τις πενικιλλινοδεσμευτικές πρωτεΐνες (PBP3) του κυτταρικού τοιχώματος.
Η κεφακλόρη (cefaclor) είναι αντιβιοτικό το οποίο ανήκει στην ομάδα των ημισυνθετικών κεφαλοσπορινών δευτέρας γενεάς και προορίζεται για χορήγηση από του στόματος. Οι in vitro δοκιμασίες έχουν δείξει ότι η βακτηριοκτόνος δράση της κεφακλόρης οφείλεται στην αναστολή της σύνθεσης του κυτταρικού τοιχώματος των βακτηρίων.
Η κεφαδροξίλη (cefadroxil) είναι ένα ηµισυνθετικό αντιβιοτικό που ανήκει στην κατηγορία των κεφαλοσπορινών α' γενεάς και προορίζεται για χορήγηση από το στόµα. Δρα αναστέλλοντας τη σύνθεση του κυτταρικού τοιχώματος των μικροβίων.
Η κεφαλοθίνη (cefalotin) είναι ένα ημισυνθετικό αντιβιοτικό της πρώτης γενιάς των κεφαλοσπορινών. Η in-vitro η βακτηριοκτόνος δράση της κεφαλοθίνης προκύπτει από την αναστολή της σύνθεσης του κυτταρικού τοιχώματος. Γενικά, η κεφαλοθίνη έχει μεγαλύτερη δραστικότητα έναντι των θετικών κατά Gram από τους αρνητικούς κατά Gram οργανισμούς. Η κεφαλοθίνη ενδείκνυται κυρίως σε καταστάσεις όπως λοιμώξεις οστών και αρθρώσεων, λοιμώξεις του ουροποιητικού συστήματος, λοιμώξεις του αναπνευστικού συστήματος, λοιμώξεις των μαλακών ιστών και του δέρματος.
Η κεφαμανδόλη (cefamandole) είναι αντιβιοτικό το οποίο ανήκει στην ομάδα των ημισυνθετικών κεφαλοσπορινών β' γενεάς και προορίζεται για ενδοφλέβια ή ενδομυϊκή χορήγηση. Η κεφαμανδόλη προκαλεί την αναστολή του τρίτου και τελευταίου σταδίου της σύνθεσης του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος.
Η κεφατριζίνη (cefatrizine) είναι ηµισυνθετική κεφαλοσπορίνη που χορηγείται από το στόµα και ανήκει στην οµάδα των 3-ετεροκυκλικών θειοµεθυλικών κεφαλοσπορινών που δρουν in vitro εναντίον ευρέος φάσµατος gram θετικών και gram αρνητικών µικροβίων. Η κεφατριζίνη είναι εξαιρετικά σταθερή στην παρουσία της β-λακταµάσης. Η κεφατριζίνη παρεμβαίνει επιλεκτικά στην σύνθεση του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος.
Η κεφαζολίνη (cefazolin) είναι ένα βακτηριοκτόνο αντιβιοτικό κεφαλοσπορίνης της πρώτης γενιάς για παρεντερική χορήγηση. Οι κεφαλοσπορίνες αναστέλλουν τη σύνθεση κυτταρικού τοιχώματος (στο στάδιο ανάπτυξης) μέσω της δέσμευσης των πρωτεϊνών που δεσμεύουν πενικιλλίνη (PBPs) όπως οι τρανσπεπτιδάσες. Το αποτέλεσμα είναι βακτηριοκτόνο δράση.
Η κεφδιτορένη (cefditoren) είναι μία από του στόματος χορηγούμενη κεφαλοσπορίνη γ' γενεάς και ασκεί την αντιβακτηριακή της δράση μέσω αναστολής της σύνθεσης του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος, λόγω της συγγένειας της με τις πρωτεΐνες που συνδέονται με την πενικιλίνη (ΡΒΡs).
Η κεφεπίμη (cefepime) είναι κεφαλοσπορίνη 4ης γενεάς με πολύ ευρύ αντιμικροβιακό φάσμα δράσης, ανθεκτική στην πλειοψηφία των πενικιλλινασών. Επιπροσθέτως έχει μικρή συγγένεια δέσμευσης προς τις β-λακταμάσες.
Η κεφιξίμη (cefixime) είναι ένα αντιβιοτικό της οικογένειας των β-λακταμικών, της ομάδας των κεφαλοσπορινών 3ης γενεάς. Η κεφιξίμη είναι μια κεφαλοσπορίνη χορηγούμενη από το στόμα, η οποία ασκεί in-vitro βακτηριοκτόνο δράση εναντίον μεγάλης ποικιλίας Gram-θετικών και Gram-αρνητικών μικροοργανισμών.
Η κεφμενοξίμη (cefmenoxime) είναι μία ημισυνθετική κεφαλοσπορίνη τρίτης γενιάς, η οποία δρα αναστέλλοντας την σύνθεση του βακτηριακού τοιχώματος. Η κεφμενοξίμη είναι σταθερή στην επίδραση ποικίλων β-λακταμασών, συμπεριλαμβάνοντας τις πενικιλλινάσες και μερικές κεφαλοσπορινάσες.
Η κεφορανίδη (ceforanide) είναι ημισυνθετική ευρέος φάσματος κεφαλοσπορίνη για παρεντερική χορήγηση. Η μικροβιοκτόνος δράση της κεφορανίδης προκαλείται από την αναστολή της συνθέσεως του κυτταρικού τοιχώματος. Η κεφορανίδη έχει υψηλό βαθμό σταθερότητας στην παρουσία β-λακταμασών.
Η κεφοταξίμη (cefotaxime) είναι μία κεφαλοσπορίνη γ' γενεάς και η αντιμικροβιακή δράση της συνίσταται στην αναστολή σύνθεσης του κυτταρικού τοιχώματος των μικροβίων.
Η κεφοξιτίνη (cefoxitin) είναι ένα β-λακταμικό αντιβιοτικό που ανήκει στην ομάδα των κεφαλοσπορινών δεύτερης γενεάς αλλά παρουσιάζει μεγαλύτερη δραστικότητα κατά των αναεροβίων βακτηρίων. Η αντιβακτηριδιακή της δράση είναι αποτέλεσμα της αναστολής σύνθεσης του κυτταρικού τοιχώματος των βακτηρίων.
Ο μηχανισμός δράσης της κεφποντοξίμης βασίζεται στην αναστολή της σύνθεσης του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος. Η κεφποντοξίμη είναι ιδιαίτερα σταθερή στις β-λακτάμασες και έχει βακτηριοκτόνο δράση σε ένα ευρύ φάσμα θετικών κατά Gram και αρνητικών κατά Gram βακτηρίων.
Η κεφπροζίλη (cefprozil) είναι ένα ημισυνθετικό αντιβιοτικό ευρέος φάσματος που χορηγείται από το στόμα και ανήκει στην ομάδα των κεφαλοσπορινών β' γενεάς. Η μικροβιοκτόνος δράση της κεφπροζίλης προκύπτει από αναστολή της σύνθεσης του μικροβιακού τοιχώματος.
Η φοσαμιλική κεφταρολίνη (ceftaroline fosamil) είναι μία κεφαλοσπορίνη και ανήκει στην ομάδα των «β-λακταμών». Δρα επιδρώντας στην παραγωγή σύνθετων μορίων που ονομάζονται «πεπτιδογλυκάνες», τα οποία αποτελούν απαραίτητα συστατικά των κυτταρικών τοιχωμάτων των βακτηρίων. Αυτό το επιτυγχάνει δεσμεύοντας ορισμένα ένζυμα και αναστέλλοντας τη δράση τους. Τα εν λόγω ένζυμα ονομάζονται τρανσπεπτιδάσες πενικιλινο-δεσμευτικών πρωτεϊνών και συμμετέχουν στα τελευταία στάδια παραγωγής των κυτταρικών τοιχωμάτων των βακτηρίων. Αυτή η δράση αποδυναμώνει τα κυτταρικά τοιχώματα των βακτηρίων, που στη συνέχεια διασπώνται πιο εύκολα, προκαλώντας τελικά τη νέκρωση των βακτηρίων.
Η κεφταζιδίμη (ceftazidime) είναι ένα β-λακταμικό ημισυνθετικό, ευρέος φάσματος αντιβιοτικό (κεφαλοσπορίνη γ' γενεάς) για παρεντερική χορήγηση. Η κεφταζιδίμη έχει βακτηριοκτόνο δράση, αναστέλλοντας τα ένζυμα τα απαραίτητα για την σύνθεση του κυτταρικού τοιχώματος.
Η κεφτιμπουτένη (ceftibuten) ανήκει στις κεφαλοσπορίνες γ' γενεάς και ασκεί της βακτηριοκτόνο δράση της συνδεόμενη με τις απαραίτητες πρωτεΐνες-στόχους του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος. Αυτή η σύνδεση οδηγεί σε αναστολή της σύνθεσης του κυτταρικού τοιχώματος.
Ceftobiprole exerts bactericidal activity through binding to important penicillin-binding proteins (PBPs) in susceptible species. In Gram-positive bacteria, including methicillin-resistant Staphylococcus aureus (MRSA), Ceftobiprole binds to PBP2a.
Η κεφτριαξόνη (ceftriaxone) είναι ένα μακράς δράσης, ευρέος φάσματος αντιβιοτικό της τάξης των κεφαλοσπορινών γ' γενεάς, για παρεντερική χρήση. Η βακτηριοκτόνος ενέργεια της κεφτριαξόνης προκύπτει από την αναστολή της σύνθεσης του τοιχώματος των κυττάρων. Η κεφτριαξόνη ενεργεί in vitro εναντίον ενός ευρέος φασματος κατά Gram-αρνητικών και Gram-θετικών μικροοργανισμών.
Η κεφουροξίμη (cefuroxime) είναι αντιβιοτικό που ανήκει στην ομάδα των ημισυνθετικών κεφαλοσπορινών 2ης γενεάς. Έχει βακτηριοκτόνο δράση έναντι μεγάλου αριθμού κοινών παθογόνων μικροβίων, συμπεριλαμβανομένων και των στελεχών που παράγουν βήτα-λακταμάσες και συνεπώς είναι δραστική εναντίον πολλών στελεχών ανθεκτικών στην αμπικιλλίνη και την αμοξυκιλλίνη. Η βακτηριοκτόνος δράση της κεφουροξίμης οφείλεται στην αναστολή συνθέσεως του κυτταρικού τοιχώματος των μικροβίων δεσμεύοντας βασικές του πρωτεΐνες.
Η δοριπενέμη (doripenem) είναι ένας συνθετικός αντιβακτηριακός παράγοντας της ομάδας των καρβαπενεμών. Η βακτηριοκτόνος δράση της δοριπενέμης οφείλεται στην αναστολή της βιοσύνθεσης του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος. Η δοριπενέμη απενεργοποιεί πολλαπλές βασικές πρωτεΐνες που δεσμεύουν πενικιλλίνη (πενικιλλινοδεσμευτικές πρωτεΐνες - PBP) έχοντας ως αποτέλεσμα την αναστολή της σύνθεσης του κυτταρικού τοιχώματος με επακόλουθο το θάνατο του κυττάρου.
Η ερταπενέμη (ertapenem) είναι καρβαπενέμη για παρεντερική χρήση και αναστέλλει την σύνθεση του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος ακολουθώντας πρόσδεση με τις πρωτεΐνες που δεσμεύουν πενικιλλίνη (PBPs). Για το Escherichia coli, η συγγένεια με τα PBPs 2 και 3 είναι πιο ισχυρή.
Η ιμιπενέμη είναι ένα ημισυνθετικό παράγωγο της θειεναμυκίνης, της μητρικής ένωσης που παράγεται από το νηματοειδές βακτήριο Streptomyces cattleya. Η ιμιπενέμη ασκεί τη βακτηριοκτόνο δράση της αναστέλλοντας τη σύνθεση του βακτηριακού κυτταρικού τοιχώματος Gram-θετικών και Gram-αρνητικών βακτηρίων μέσω της σύνδεσης με πενικιλλίνο-δεσμευτικές πρωτεΐνες (PBPs).
Η λορακαρμπέφη (loracarbef) είναι ένα συνθετικό β-λακταμικό αντιβιοτικό, της ομάδας των καρβακεφεμών, προοριζόμενο για χορήγηση από το στόμα. Η λορακαρμπέφη ασκεί την βακτηριδιοκτόνο δράση της συνδεόμενη με τις δομικές πρωτεΐνες-στόχους του κυτταρικού τοιχώματος των βακτηριδίων, με αποτέλεσμα την αναστολή της σύνθεσης του κυτταρικού τοιχώματός τους. Το μόριο του είναι σταθερό παρουσία ορισμένων βακτηριδιακών β-λακταμασών.
Η μεροπενέμη (meropenem) είναι καρβαπενέμη για παρεντερική χρήση και ασκεί βακτηριοκτόνα δράση παρεμβαίνοντας στην σύνθεση του κυτταρικού τοιχώματος των βακτηρίων.