Τίτλοι κωδικού
Κατάταξη ομάδας
Περιεχόμενα ομάδας
Δραστικές ουσίες ομάδας
Η ακετυλοκυστεΐνη (acetylcysteine) είναι το Ν-ακετυλο-παράγωγο της κυστεΐνης. Χρησιμοποιείται ως βλεννολυτικός παράγοντας για τη μείωση του ιξώδους των βλεννωδών εκκρίσεων.
Η αμβροξόλη (ambroxol) έχει δειχθεί ότι αυξάνει τις εκκρίσεις του αναπνευστικού. Ενισχύει την παραγωγή του επιφανειοδραστικού παράγοντα των πνευμόνων και την λειτουργία των κροσσών. Αυτές οι δράσεις έχουν ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της ροής και της μεταφοράς της βλέννης (βλεννοκροσσωτή κάθαρση). Βελτίωση της βλεννοκροσσωτής κάθαρσης έχει δειχθεί σε κλινικές φαρμακολογικές μελέτες. Η αύξηση των εκκρίσεων και της βλεννοκροσσωτής κάθαρσης διευκολύνουν την απόχρεμψη και ανακουφίζουν το βήχα.
Η βρωμεξίνη (bromhexine) είναι ένας βλεννορυθμιστικός παράγοντας χρήσιμος για τη μείωση του ιξώδους των βρογχικών εκκρίσεων. Χορηγούμενο από το στόμα απορροφάται ταχέως και η δράση του εμφανίζεται μετά από 30 λεπτά έως μία ώρα, ενώ όταν εφαρμόζεται σε εισπνοές, μέσα σε 10-15 λεπτά. Η άμεση ενέργεια της βρωμεξίνης εμφανίζεται με αύξηση της ποσότητας των πτυέλων, που παρουσιάζεται 2-3 ημέρες μετά την έναρξη της θεραπείας.
Η καρβοκυστεΐνη (carbocisteine) είναι βλεννολυτικό. Ενεργεί στη φάση πηκτώματος της βλέννης, πιθανώς διασπώντας τους δεσμούς θείου των γλυκοπρωτεϊνών, διευκολύνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την απόχρεμψη.
Η δορνάση A (dornase alfa) είναι ανασυνδυασμένη ανθρώπινη δεοξυριβονουκλεάση (DNase) που υδρολύει το DNA των πυωδών πτυέλων και έντονα μειώνει την ιξωδοελαστικότητα των πτυέλων των ασθενών που πάσχουν από κυστική ίνωση.
Η ερδοστεΐνη (erdosteine) είναι βλεννορυθμιστικό του τύπου του βλεννολυτικού που ανταγωνίζεται την παραγωγή ελευθέρων ριζών οξυγόνου και τη δράση του ενζύμου ελαστάση. Ασκεί τη δράση της μέσω των μεταβολιτών της.
Η γουαϊφενεσίνη (guaifenesin) είναι ένα αποχρεμπτικό που ανακουφίζει απο τη δυσφορία του βήχα αυξάνοντας τον όγκο και μειώνοντας το ιξώδες των βρογχικών εκκρίσεων. Αυτό διευκολύνει την απομάκρυνση της βλέννας και ελαττώνει τον ερεθισμό στο βρογχικό ιστό. Επομένως, μετατρέπει ένα μη παραγωγικό βήχα σε έναν βήχα που είναι πιο παραγωγικός και λιγότερο συχνός.
Η ιπεκακουάνα (ipecacuanha) αποτελεί εκχύλισμα των ριζών του ομόνυμου φυτού και χρησιμοποιείται κυρίως ως εμετογόνο για την πρόκληση εμέτου σε δηλητηριάσεις από του στόματος.
Η μέσνα (mesna) είναι ένα αντίδοτο, που προσφέρει τη δυνατότητα αξιόπιστης πρόληψης των ουροτοξικών ανεπιθύμητων ενεργειών, λόγω επιθετικής αντικαρκινικής θεραπείας με κυτταροστατικά του τύπου των οξαζαφωσφορινών.
Το ιωδιούχο κάλιο ενδείκνυται για χρήση μετά από πυρηνικά ατυχήματα με απελευθέρωση ραδιενεργών ισοτόπων ιωδίου για να αποτραπεί η πρόσληψη ραδιενεργού ιωδίου στον θυρεοειδή μετά τη λήψη ή την εισπνοή αυτής της ουσίας. Η πρόσληψη ραδιενεργού ιωδίου από τον θυρεοειδή μπορεί να ανασταλεί με τον κορεσμό, μέσω της πρόωρης πρόσληψης μίας υψηλής δόσης σταθερού ιωδίου.
Η σομπρερόλη (sobrerol) είναι ένα βλεννολυτικό.