Τίτλοι κωδικού
Κατάταξη ομάδας
Περιεχόμενα ομάδας
Δραστικές ουσίες ομάδας
Η διπροπιονική αλκλομεταζόνη (alclometasone) είναι ένα μη φθοριωμένο, συνθετικό κορτικοστεροειδές με αντιφλεγμονώδεις, αντικνησμώδεις και αγγειοσυσταλτικές ιδιότητες.
Η βεκλομεθαζόνη είναι ένα γλυκοκορτικοειδές με αντιφλεγμονώδη δράση και περιορισμένη αλατοκορτικοειδή δράση. Παρατηρείται τοπική επίδραση στην κατώτερη αναπνευστική οδό μετά από χορήγηση στο αναπνευστικό σύστημα με εισπνοή. Η βεκλομεθαζόνη αποτελεί προφάρμακο με ασθενή δραστικότητα ως προς την σύνδεση με υποδοχείς γλυκοκορτικοειδών. Υδρολύεται από εστεράσες προς τον ενεργό μεταβολίτη 17-μονοπροπιονική βεκλομεθαζόνη (beclomethasone-17-monopropionate: Β-17-ΜΡ), η οποία έχει ισχυρή τοπική αντιφλεγμονώδη δράση.
Η βηταμεθαζόνη (betamethasone) κατατάσσεται ως προς τη δραστικότητα της στα ισχυρά τοπικά καρτικοστεροειδή κι έχει αντιφλεγμονώδη δράση.
H βουδεσονίδη είναι ένα μη αλογονωμένο γλυκοκορτικοειδές με ισχυρή τοπική αντιφλεγμονώδη δράση στο αναπνευστικό σύστημα. Γενικά, η βουδεσονίδη αναστέλλει πολλές φλεγμονώδεις διαδικασίες συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής κυτοκίνης, της ενεργοποίησης των φλεγμονωδών κυττάρων και της έκφρασης των μορίων προσκόλλησης στα ενδοθηλιακά και τα επιθηλιακά κύτταρα. Σε δόσεις κλινικά ισοδύναμες με της πρεδνιζολόνης, η βουδεσονίδη προκαλεί σημαντικά μικρότερη καταστολή του άξονα ΥΥΕ και έχει χαμηλότερη επίδραση στους δείκτες της φλεγμονής.
Η κλομπεταζόλη προπιονική, όπως όλα τα τοπικά κορτικοστεροειδή, έχει αντιφλεγμονώδεις, αντικνησμώδεις και αγγειοσυσπαστικές ιδιότητες. Τα κορτικοστεροειδή θεωρείται ότι δρουν μέσω επαγωγής των ανασταλτικών πρωτεϊνών της φωσφολιπάσης Α2, αποκαλούμενων συλλήβδην λιποκορτινών (lipocortins). Έχει διατυπωθεί ότι αυτές οι πρωτεΐνες ελέγχουν τη βιοσύνθεση ισχυρών ενδιάμεσων της φλεγμονής, όπως οι προσταγλανδίνες και τα λευκοτριένια, μέσω αναστολής της απελευθέρωσης του κοινού τους προδρόμου μορίου, του αραχιδονικού οξέος.
Η κλομπεταζόνη (clobetasone) είναι ένα τοπικώς δρον μετρίας ισχύος κορτικοστεροειδές. Έχει μικρή επίδραση στην λειτουργία υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων. Είναι λιγότερο ισχυρή από άλλα κορτικοστεροειδή και δεν έδειξε καταστολή υποθαλάμου επινεφριδίων κατά την εφαρμογή σε ασθενείς με έκζεμα ή ψωρίαση.
Η δεξαμεθαζόνη (dexamethasone) είναι ένα συνθετικό γλυκοκορτικοειδές με επταπλάσια αντιφλεγμονώδη δράση από την πρεδνιζολόνη. Όπως άλλα γλυκοκορτικοειδή, η δεξαμεθαζόνη έχει επίσης αντιαλλεργικές, αντιτοξικές, αντιπυρετικές και ανοσοκατασταλτικές ιδιότητες.
Η διφθοριοκορτολόνη (diflucortolone) καταστέλλει τη φλεγμονή σε περίπτωση φλεγμαινουσών και αλλεργικών δερματοπαθειών και βελτιώνει τα υποκειμενικά ενοχλήματα όπως κνησμό, καύσο και άλγος.
Η φλουμεταζόνη (flumetasone) είναι ένα τοπικό κορτοκοστεροειδές μέτριας δράσης που καταστέλλει τις εκδηλώσεις της φλεγμονώδους αντιδράσεως όπως το οίδημα, η εναπόθεση ινώδους, η διαστολή των τριχοειδών, η μετανάστευση των λευκοκυττάρων, ο πολλαπλασιασμός των τριχοειδών, η εναπόθεση κολλαγόνου, ο πολλαπλασιασμός των ινοβλαστών και ο σχηματισμός ουλής.
Το ακετονίδιο φθοριοκινολόνης (fluocinolone acetonide) είναι τοπικό κορτικοστεροειδές, με πολύ ισχυρή αντιφλεγμονώδη, αγγειοσυσπαστική και αντικνησμώδη δράση.
Η φθοριοκινονίδη (fluocinonide) είναι τοπικό κορτικοστεροειδές, με ισχυρή αντιφλεγμονώδη αγγειοσυσπαστική και αντικνησμώδη δράση.
Η φλουοκορτολόνη (fluocortolone) αναστέλλει τις φλεγμονώδεις και αλλεργικές δερματικές αντιδράσεις και ανακουφίζει από υποκειμενικές ενοχλήσεις όπως κνησμό, καύσο και πόνο. Η ουσία μειώνει τη διαστολή των τριχοειδών, το οίδημα των διάμεσων κυττάρων και τη διήθηση των ιστών. Ο πολλαπλασιασμός των τριχοειδών αναστέλλεται.
Κορτικοστεροειδή όπως η φθοριομεθολόνη (fluorometholone), αναστέλλουν τη φλεγμονώδη αντίδραση με τους προτρεπτικούς παράγοντες. Αναστέλλουν το οίδημα, την εναπόθεση ινώδους, τη διαστολή και τον πολλαπλασιασμό των τριχοειδών αγγείων, τη μετακίνηση των φαγοκυττάρων, τη φαγοκυτταρική δραστηριότητα, τον πολλαπλασιασμό των ινοβλαστών, την εναπόθεση κολλαγόνου, την ουλοποίηση και οτιδήποτε έχει σχέση με φλεγμονή.
Η οξική φλουπρεδνιδίνη ανήκει στην κατηγορία των ισχυρών γλυκοκορτικοστεροιδών. Οι αντιαλλεργικές, αντικνησμώδεις αντιβλαστικές και αντιφλογιστικές ιδιότητες της, τυπικές των γλυκοκορτικοστεροιδών, αποδείχθηκαν σε πολλαπλά πειράματα τόσο σε ζώα όσο και σε ανθρώπους.
Η φλουτικαζόνη έχει ισχυρή αντιφλεγμονώδη δράση, όμως όταν χρησιμοποιείται τοπικά στο ρινικό βλεννογόνο, δεν έχει ανιχνεύσιμη συστηματική δράση.
Η υδροκορτιζόνη (hydrocortisone) είναι ένα γλυκοκορτικοειδές που εκκρίνεται από τα επινεφρίδια και φέρει αντιφλεγμονώδη δράση ικανή να απελευθερώνει και να επάγει τη σύνθεση του ειδικού αναστολέα PLA2. Η υδροκορτιζόνη ανήκει στα βραχείας δράσης γλυκοκορτικοειδή με μέσο όρο δράσης 8-12 ώρες.
Η μεθυλπρεδνιζολόνη (methylprednisolone) συνδέεται με ενδοκυττάριους κυτταροπλασματικούς υποδοχείς και στη συνέχεια το σύμπλοκο ορμόνης-υποδοχέα μεταφέρεται μέσα στον πυρήνα, όπου δρα ως παράγων μεταγραφής για την ενεργοποίηση ή την αδρανοποίηση γονιδίων, ανάλογα με τον ιστό.
Η μομεταζόνη είναι ένα τοπικό γλυκοκορτικοειδές με τοπικές αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες. Είναι πιθανό ότι το μεγαλύτερο μέρος του μηχανισμού των δράσεων της μομεταζόνης έγκειται στην ικανότητά της να αναστέλλει την απελευθέρωση μεσολαβητών του καταρράκτη των φλεγμονωδών αντιδράσεων.
Η πρεδνιζολόνη (prednisolone) είναι ένα συνθετικό γλυκοκορτικοειδές και συγκεκριμένα είναι ένα συνθετικό παράγωγο της κορτιζόλης, η οποία είναι ορμόνη του φλοιού των επινεφριδίων. Η πρεδνιζολόνη έχει κυρίως αντιφλεγμονώδεις, αντιαλλεργικές και ανοσοκατασταλτικές ιδιότητες.
Το ακετονίδιο τριαμσινολόνης (triamcinolone) αποτελεί ένα πιο δραστικό παράγωγο της τριαμσινολόνης και είναι 8 φορές περίπου πιο δραστικό από την πρεδνιζόνη. Αν και ο ακριβής μηχανισμός της αντιαλλεργικής τους δράσης είναι άγνωστος, τα κορτικοστεροειδή είναι πολύ αποτελεσματικά στη θεραπεία των αλλεργικών νόσων στον άνθρωπο.