Κλαύδιος Γαληνός
Δωρεάν εγγραφή Αποκτήσετε πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες και τα εργαλεία του Galinos.gr για έναν μήνα
Έλεγχος συγχορήγησης Ελέγξτε την αγωγή σας για αντενδείξεις και αλληλεπιδράσεις μεταξύ των φαρμάκων
Μητρότητα και φάρμακα Ενημερωθείτε για την ασφάλεια χορήγησης ενός φαρμάκου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή του θηλασμού
Συνδρομές Μάθετε περισσότερα για τα οφέλη και τις επιπλέον παροχές των συνδρομητικών προγραμμάτων
Ενδείξεις και αγωγές Βρείτε θεραπευτικές ενδείξεις και αγωγές για νόσους, συμπτώματα και ιατρικές πράξεις
Γνωρίζατε ότι... Μοιραζόμαστε μαζί σας γεγονότα της πορείας του Galinos.gr από το 2011 μέχρι σήμερα

LAMISIL ONCE CUT.SOL 1% (W/W) ή (10MG/1G) TUB x 4 G

Ευρετήριο Αναφορές

Σκεύασμα - Φαρμακολογικές ιδιότητες

Εμπορική
LAMISIL
Μορφή
Δερματικό διάλυμα
Συγκέντρωση
10MG/G

Φαρμακοδυναμική

Φαρμακοθεραπευτική κατηγορία: Αντιμυκητιασικό για τοπική χρήση
Κωδικός ATC: D01AΕ15

Μηχανισμός δράσης και φαρμακοδυναμικές επιδράσεις

Η τερβιναφίνη είναι μία αλλυλαμίνη η οποία παρεμβαίνει ειδικώς σ' ένα πρώϊμο στάδιο της βιοσύνθεσης της εργοστερόλης των μυκήτων. Αυτό οδηγεί σε ανεπάρκεια εργοστερόλης και σε ενδοκυττάρια συσσώρευση σκουαλενίου με αποτέλεσμα το θάνατο των κυττάρων των μυκήτων. Η τερβιναφίνη δρα αναστέλλοντας την εποξειδάση του σκουαλενίου στην κυτταρική μεμβράνη των μυκήτων. Το ένζυμο εποξειδάση του σκουαλενίου δεν συνδέεται με το σύστημα του κυττοχρώματος P 450. Η τερβιναφίνη δεν επηρεάζει τον μεταβολισμό των ορμονών ή άλλων φαρμάκων.

Η τερβιναφίνη έχει ευρύ αντιμυκητιασικό φάσμα στις μυκητιάσεις του δέρματος που προκαλούνται από δερματόφυτα όπως Τrichophyton (π.χ. T.rubrum, T.mentagrophytes, T. verrucosum, T. Violaceum), Microsporum canis και επιδερμόφυτα όπως π.χ το Εpidermophyton floccosum. Σε χαμηλές συγκεντρώσεις η τερβιναφίνη είναι μυκητοκτόνος κατά των δερματόφυτων.

Μελέτες σε ασθενείς έχουν δείξει ότι η εφαρμογή μιας μόνο δόσης του δερματικού διαλύματος Lamisil ONCE 1% και στα δύο πόδια, ήταν αποτελεσματική σε ασθενείς με δερματομυκητίαση ποδών (tinea pedis-πόδι του αθλητή) που εμφανίζουν βλάβες μεταξύ των δακτύλων και εκτείνονται στις παρακείμενες δερματικές περιοχές στα πλάγια και στα πέλματα των ποδιών.

Η τερβιναφίνη έχει δράση μακράς διάρκειας, λιγότεροι από 12,5% ασθενείς με δερματομυκητίαση ποδών (tinea pedis -πόδι του αθλητή) που λαμβάνουν θεραπεία με διάλυμα τερβιναφίνης 1%, παρουσιάζουν υποτροπή ή νέα μόλυνση 3 μήνες μετά την έναρξη της θεραπείας.

Φαρμακοκινητική

Μετά την εφ άπαξ εφαρμογή στο δέρμα, το δερματικό διάλυμα Lamisil ONCE 1% σχηματίζει ένα στρώμα (φιλμ) πάνω στο δέρμα. Η τερβιναφίνη φαίνεται να συνδέεται ή να συγκρατείται στο λιπιδικό στρώμα της κεράτινης στοιβάδας, η οποία μπορεί να έχει σχέση με τον μεγάλο χρόνο απομάκρυνσης (ημιζωής) του φαρμάκου από την στοιβάδα αυτή. Η τερβιναφίνη παραμένει στην κεράτινη στοιβάδα έως και 13 ημέρες, σε επίπεδα που υπερβαίνουν την in vitro Ελάχιστη Συγκέντρωση Αναστολής της τερβιναφίνης έναντι των δερματόφυτων.

Το πλύσιμο του φίλμ ελάττωσε την συγκέντρωση της τερβιναφίνης στην κεράτινη στοιβάδα και γι αυτό πρέπει να αποφεύγεται το πλύσιμο κατά το πρώτο 24ωρο μετά την εφαρμογή, ώστε να επιτραπεί η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διείσδυση της τερβιναφίνης στην κεράτινη στοιβάδα

Οι κλειστές συνθήκες, οι οποίες δύναται να προκύψουν κατά την θεραπεία, θα οδηγήσουν σε αύξηση της έκθεσης επί 2.7 φορές της κεράτινης στοιβάδας, στην τερβιναφίνη μετά από εφ άπαξ εφαρμογή του δερματικού διαλύματος Lamisil ONCE 1%. Αν και δεν έχει μελετηθεί, η διείσδυση της τερβιναφίνης στην κερατίνη στοιβάδα ενδεχομένως να είναι υψηλότερη σε ασθενείς με πόδι του αθλητή παρά στην περιοχή της πλάτης σε υγιείς εθελοντές. Αυτό οφείλεται στην αποφρακτική δράση που δημιουργείται στις μεσοδακτύλιες περιοχές, η οποία μπορεί να αυξηθεί φορώντας υποδήματα, σε αντίθεση με το οποιοδήποτε αποτέλεσμα που προκαλείται σε μια προσβεβλημένη ακέραια περιοχή της κεράτινης στοιβάδας.

Η συστηματική βιοδιαθεσιμότητα είναι πολύ χαμηλή σε υγιείς εθελοντές και ασθενείς. Μία εφαρμογή του δερματικού διαλύματος Lamisil ONCE 1% στην ράχη, σε μία περιοχή 3 φορές μεγαλύτερη της περιοχής και των δύο ποδιών, οδήγησε σε έκθεση στην τερβιναφίνη μικρότερη του 0,5% της έκθεσης που ακολουθεί την από του στόματος χορήγηση δισκίου των 250 mg.

Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια

Σε μακροχρόνιες μελέτες (έως και 1 χρόνο) σε επίμυες και σκύλους δεν παρατηρήθηκαν σημαντικές τοξικές επιδράσεις σε κανένα από τα δύο είδη, για δόσεις από του στόματος έως και 100 mg/kg ημερησίως. Σε υψηλές δόσεις από του στόματος, το ήπαρ και πιθανότατα και οι νεφροί αναγνωρίστηκαν ως δυνητικά όργανα στόχοι.

Σε μία μελέτη καρκινογένεσης διάρκειας δύο ετών με από του στόματος χορήγηση σε ποντίκια, δεν παρατηρήθηκαν νεοπλασματικά ή άλλα παθολογικά ευρήματα που θα μπορούσαν να αποδοθούν σε θεραπεία με δόσεις έως 130 (αρσενικά) και 156 (θηλυκά) mg/kg ημερησίως. Σε μία μελέτη καρκινογένεσης διάρκειας δύο ετών με από του στόματος χορήγηση σε επίμυες στο υψηλότερο επίπεδο δόσης, 69 mg/kg ημερησίως, παρατηρήθηκε αυξημένη συχνότητα εμφάνισης ηπατικών όγκων στα αρσενικά. Οι μεταβολές, οι οποίες μπορεί να σχετίζονται με αύξηση του υπεροξεισωματίου, έχει βρεθεί ότι είναι ειδικές για το είδος, καθώς δεν παρατηρήθηκαν στη μελέτη καρκινογένεσης στα ποντίκια ή σε άλλες μελέτες σε ποντίκια, σκύλους ή πιθήκους.

Κατά τη διάρκεια των μελετών σε πιθήκους με υψηλές δόσεις τερβιναφίνης από του στόματος, παρατηρήθηκαν διαθλαστικές ανωμαλίες στον αμφιβληστροειδή στις υψηλότερες δόσεις (το μη τοξικό αποτελεσματικό επίπεδο ήταν 50 mg/kg). Αυτές οι ανωμαλίες συνδέθηκαν με την παρουσία ενός μεταβολίτη της τερβιναφίνης στον οφθαλμικό ιστό και εξαφανίστηκαν με τη διακοπή του φαρμάκου. Δεν συσχετίστηκαν με ιστολογικές μεταβολές.

Μία καθιερωμένη σειρά in vitro και in vivo εξετάσεων γονιδιοτοξικότητας δεν κατέδειξε καμία ένδειξη πιθανής μεταλλαξογένεσης ή επίδρασης στη δομή των χρωμοσωμάτων για το φάρμακο.

Δεν παρατηρήθηκαν ανεπιθύμητες ενέργειες στην γονιμότητα ή σε άλλες αναπαραγωγικές παραμέτρους σε μελέτες σε επίμυες ή κονίκλους.

Η επαναλαμβανόμενη δερματική εφαρμογή του δερματικού διαλύματος Lamisil ONCE 1% σε επίμυες και μικρούς χοίρους, οδηγεί σε επίπεδα τερβιναφίνης στο πλάσμα τα οποία είναι τουλάχιστον 50-100 φορές χαμηλότερα από τα επίπεδα χωρίς ανεπιθύμητες ενέργειες που έχουν καθιερωθεί σε μελέτες τοξικότητας της τερβιναφίνης σε ζώα και, επομένως, η χρήση του προϊόντος δεν αναμένεται να προκαλέσει οποιαδήποτε συστηματική ανεπιθύμητη ενέργεια. Το δερματικό διάλυμα Lamisil ONCE 1% ήταν καλά ανεκτό σε μία ποικιλία μελετών ανοχής και δεν προκάλεσε ευαισθητοποίηση.

Η ασφάλεια του συμπολυμερούς ακρυλικού/οκτυλακρυλαμιδίου, ενός εκδόχου το οποίο χρησιμοποιείται προσφάτως στα δερματολογικά τοπικώς δρώντα φαρμακευτικά προϊόντα, έχει τεκμηριωθεί βάσει συμβατικών μελετών εφ άπαξ και επαναλαμβανόμενης τοξικότητας, γονιδιοτοξικότητας και τοπικές μελέτες ανοχής

Καρκινογένεση, μεταλλάξεις, στείρωση

Γονιμότητα

Μελέτες σε ζώα δεν έδειξαν καμία επίδραση της τερβιναφίνης στη γονιμότητα (βλ. παράγραφο 5.3).

Ενεργά συστατικά

012C11ZU6G - TERBINAFINE HYDROCHLORIDE

Σχετικό SPC

Lamisil ONCE δερματικό διάλυμα 1%.

Το πηγαίο έγγραφο είναι διαθέσιμο προς ανάγνωση ή μεταφόρτωση από τους συνδρομητές.

ΠΧΠ 2015: LAMISIL ONCE Δερματικό διάλυμα

Μπορείτε να υποστηρίξετε τον Γαληνό στην αποστολή του να παρέχει δωρεάν έγκυρη πληροφόρηση για κάθε φάρμακο απενεργοποιώντας το Ad Blocker για αυτόν τον ιστότοπο.