Κλαύδιος Γαληνός
Δωρεάν εγγραφή Αποκτήσετε πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες και τα εργαλεία του Galinos.gr για έναν μήνα
Έλεγχος συγχορήγησης Ελέγξτε την αγωγή σας για αντενδείξεις και αλληλεπιδράσεις μεταξύ των φαρμάκων
Μητρότητα και φάρμακα Ενημερωθείτε για την ασφάλεια χορήγησης ενός φαρμάκου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή του θηλασμού
Συνδρομές Μάθετε περισσότερα για τα οφέλη και τις επιπλέον παροχές των συνδρομητικών προγραμμάτων
Ενδείξεις και αγωγές Βρείτε θεραπευτικές ενδείξεις και αγωγές για νόσους, συμπτώματα και ιατρικές πράξεις
Γνωρίζατε ότι... Μοιραζόμαστε μαζί σας γεγονότα της πορείας του Galinos.gr από το 2011 μέχρι σήμερα

ATARAX ORAL.SOL 10MG/5ML FLx150 ML

Ευρετήριο Αναφορές

Σκεύασμα - Φαρμακολογικές ιδιότητες

Εμπορική
ATARAX
Μορφή
Διάλυμα πόσιμο
Συγκέντρωση
10MG/5ML

Φαρμακοδυναμική

Κωδικός ATC: N05BB01

Η υδροξυζίνη είναι ένας αγχολυτικός παράγοντας.

To δραστικό συστατικό του, η διυδροχλωρική υδροξυζίνη, είναι ένα παράγωγο του διφαινυλμεθανίου, που δεν έχει χημική συγγένεια με τις φαινοθειαζίνες, τη ρεσερπίνη, τη μεπροβαμάτη ή τις βενζοδιαζεπίνες.

Μηχανισμός δράσης

Η υδροχλωρική υδροξυζίνη δεν καταστέλλει τον εγκεφαλικό φλοιό, η δράση της οφείλεται σε καταστολή της δραστηριότητας ορισμένων σημαντικών κέντρων στην υποφλοϊική περιοχή του κεντρικού νευρικού συστήματος.

Φαρμακοδυναμικές ιδιότητες

Υπάρχουν πειραματικές αποδείξεις και κλινική επιβεβαίωση της αντισταμινικής και βρογχοδιασταλτικής δράσης της υδροξυζίνης. Έχει επίσης αποδειχθεί η αντιεμετική δράση της, τόσο με τη δοκιμασία της απομορφίνης όσο και με το τέστ του veriloid. Φαρμακολογικές και κλινικές μελέτες δείχνουν ότι η υδροξυζίνη σε θεραπευτική δόση δεν αυξάνει τη γαστρική έκκριση ή την οξύτητα, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις έχει ήπια αντιεκκριτική δραστηριότητα. Εχει αποδειχθεί τόσο σε υγιείς ενηλίκους όσο και σε παιδιά ελάττωση των αντιδράσεων πομφού και ερυθήματος, που προκαλούνται από ενδοδερμική ένεση ισταμίνης ή αντιγόνων. Η υδροξυζίνη έχει επίσης δείξει την αποτελεσματικότητα της στην ανακούφιση από τον κνησμό, που οφείλεται σε διάφορες μορφές κνίδωσης, εκζέματος και δερματίτιδας.

Σε περίπτωση διαταραχής των ηπατικών λειτουργίων, η αντιισταμινική δράση εφάπαξ δόσης υδροξυζίνης μπορεί να παραταθεί μέχρι 96 ώρες από τη λήψη.

Ηλεκτροεγκεφαλικές καταγραφές σε υγιείς εθελοντές τεκμηριώνουν την αγχολυτική-πραϋντική εικόνα της υδροξυζίνης. Η αγχολυτική δράση επιβεβαιώθηκε σε ασθενείς με τη χρήση διάφορων κλασικών ψυχομετρικών δοκιμασιών. Πολλαπλές καταγραφές στο κατ' άλλους υπνογράφημα ασθενών με άγχος και αϋπνία απέδειξαν αύξηση του ολικού χρόνου ύπνου, ελάττωση του ολικού χρόνου των νυχτερινών αφυπνίσεων και ελάττωση του λανθάνοντος χρόνου επέλευσης του ύπνου, τόσον έπειτα από εφάπαξ δόση όσο και έπειτα από επαναλαμβανόμενες δόσεις 50mg.

Ελάττωση της μυϊκής τάσης διαπιστώθηκε σε αγχώδεις ασθενείς με ημερήσια δόση 3x50mg. Δεν διαπιστώθηκε έκπτωση της μνήμης. Δεν εμφανίστηκαν συμπτώματα και σημεία απόσυρσης σε αγχώδεις ασθενείς έπειτα από θεραπεία 4 εβδομάδων.

Εναρξη δράσης

Η αντισταμινική δράση αρχίζει περίπου έπειτα από 1 ώρα με τις από του στόματος φαρμακοτεχνικές μορφές. Το κατασταλτικό αποτέλεσμα αρχίζει έπειτα από 5-10 λεπτά με τις από του στόματος υγρές μορφές και έπειτα από 30-45 λεπτά με τα δισκία.

Η υδροξυζίνη εμφανίζει επίσης σπασμολυτική και συμπαθολυτική δράση. Εμφανίζει μικρού βαθμού συγγένεια με τους μουσκαρινικούς υποδοχείς και ήπια αναλγητική δραστηριότητα.

Φαρμακοκινητική

Απορρόφηση

Η υδροξυζίνη απορροφάται ταχύτατα από το γαστρεντερικό. Το ανώτατο επίπεδο στο πλάσμα (Cmax) επιτυγχάνεται δύο περίπου ώρες μετά τη λήψη από το στόμα. Εφάπαξ δόση απο το στόμα 25 και 50mg σε ενηλίκους επιτυγχάνεται Cmax 30 και 70ng/ml, αντιστοίχως. Ο ρυθμός και η έκταση της έκθεσης στην υδροξυζίνη είναι παρόμοια, όταν χορηγείται σε μορφή δισκίου ή πόσιμου διαλύματος. Σε επαναλαμβανόμενη χορήγηση μία φορά την ημέρα οι συγκεντρώσεις στο πλάσμα αυξάνονται κατά 30%. Η βιοδιαθεσιμότητα της υδροξυζίνης σε χορήγηση από το στόμα σε σύγκριση με την ενδομυϊκή χορήγηση είναι περίπου 80%. Έπειτα από εφάπαξ ενδομυϊκή χορήγηση 50mg η Cmax είναι 65ng/ml.

Κατανομή

Η υδροξυζίνη εμφανίζει ευρεία κατανομή στο σώμα και μεγαλύτερες ακόμα γενικά συγκεντρώσεις στους ιστούς από ό,τι στο πλάσμα. Ο φαινομενικός όγκος κατανομής στους ενηλίκους είναι 7 μέχρι 16Ι/kg. Η υδροξυζίνη εισχωρεί και στο δέρμα έπειτα από χορήγηση απο το στόμα, οι δε δερματικές συγκεντρώσεις της είναι ανώτερες εκείνων του πλάσματος, τόσο σε εφάπαξ χορήγηση όσο και σε επαναλαμβανόμενες δόσεις.

Η υδροξυζίνη διαπερνά τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό καθώς και τον πλακούντα, προκαλώντας μεγαλύτερες συγκεντρώσεις στο κύημα από ό,τι στη μητέρα.

Βιομετασχηματισμός

Η υδροξυζίνη μεταβολίζεται σε μεγάλο βαθμό. Η κύρια μεταβολική οδός παράγει σετιριζίνη, ένα καρβοξυλικό μεταβολίτη (45% της από του στόματος δόσης). Ο μεταβολίτης αυτός διαθέτει σημαντικές περιφερικές Η1 ανταγωνιστικές ιδιότητες. Έχουν ταυτοποιηθεί πολλοί άλλοι μεταβολίτες, μεταξύ των οποίων ένας Ν-dealkylated μεταβολίτης και ένας 0-dealkylated μεταβολίτης με ημιπερίοδο ζωής στο πλάσμα 59 ώρες.

Αποβολή

Ο χρόνος υποδιπλασιασμού της υδροξυζίνης στους ενηλίκους είναι περίπου 14 ώρες (όρια: 7 μέχρι 20 ώρες). Η φαινομενική ολική κάθαρση, υπολογιζόμενη από τα αποτελέσματα πολλών μελετών, είναι 13ml/min/kg. Μόνο το 0,8% της δόσης αποβάλλεται αμετάβλητο στα ούρα. Ο μείζων μεταβολίτης σετιριζίνη αποβάλλεται κυρίως αμετάβλητος στα ούρα (25% και 16% της δόσης της υδροξυζίνης από το στόμα ή ενδομυϊκώς, αντιστοίχως).

Ειδικοί πληθυσμοί

Ηλικιωμένοι ασθενείς

Η φαρμακοκινητική της υδροξυζίνης μελετήθηκε σε 9 υγιείς ηλικιωμένους (69,5 ± 3,7 έτη) έπειτα από εφάπαξ δόση 0,7mg/kg από το στόμα. Η ημιπερίοδος αποβολής της υδροξυζίνης παρατάθηκε σε 29 ώρες και ο όγκος κατανομής αυξήθηκε σε 22,5Ι/kg. Επομένως συνιστάται η ελάττωση της ημερήσιας δόσης της υδροξυζίνης σε ηλικιωμένους ασθενείς (βλέπε 4,2).

Παιδιατρικός πληθυσμός

Η φαρμακοκινητική της υδροξυζίνης εκτιμήθηκε σε 12 παιδιατρικούς ασθενείς ηλικίας 6,1 ± 4,6 ετών, με σωματικό βάρος 22,0 ± 12,0kg, έπειτα από εφάπαξ δόση 0,7mg/kg από το στόμα. Η φαινομενική πλασματική κάθαρση ήταν περίπου 2,5 φορές μεγαλύτερη από εκείνη των ενηλίκων. Η ημιπερίοδος ζωής είναι βραχύτερη από ότι στους ενηλίκους: περίπου 4 ώρες σε ασθενείς 1 έτους και περίπου 11 ώρες σε ασθενείς 14 ετών. Γι' αυτό επιβάλλεται ανάλογη προσαρμογή της δοσολογίας στον παιδιατρικό πληθυσμό (βλέπε 4,2).

Ηπατική ανεπάρκεια

Σε ασθενείς με ηπατική δυσλειτουργία δευτεροπαθώς λόγω πρωτοπαθούς χολικής κίρρωσης, η ολική κάθαρση υδροξυζίνης ήταν περίπου 66% εκείνης των υγιών ατόμων.

Η ημιπερίοδος ζωής ήταν αυξημένη σε 37 ώρες και τα επίπεδα του καρβοξυλικού μεταβολίτου σετιριζίνη στον ορό του αίματος ήταν υψηλότερα απο εκείνα υγιών ασθενών, με φυσιολογική ηπατική λειτουργία. Η ημερήσια δόση ή η συχνότητα λήψης της υδροξυζίνης πρέπει να ελαττώνεται σε ασθενείς με ηπατική ανεπάρκεια (βλέπε 4,2).

Νεφρική ανεπάρκεια

Η φαρμακοκινητική της υδροξυζίνης μελετήθηκε σε 8 ασθενείς με βαριά νεφρική ανεπάρκεια (κάθαρση κρεατιτίνης 24 ± 7ml/min). Η έκταση της έκθεσης (AUC) στην υδροξυζίνη δεν εμφάνισε ουσιώδη μεταβολή, ενώ εκείνη στον καρβοξυλικό μεταβολίτη σετιριζίνη αυξήθηκε. Η αιμοκάθαρση δεν απομακρύνει επαρκώς αυτόν τον μεταβολίτη. Για την αποφυγή σημαντική συσσώρευσης του μεταβολίτου σετιριζίνη έπειτα από χορήγηση πολλαπλών δόσεις υδροξυζίνης, η ημερήσια δόση της υδροξυζίνης επιβάλλεται να ελαττώνεται σε ασθενείς με νεφρική ανεπάρκεια (βλέπε 4,2).

Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια

Οι μελέτες οξείας, υποξείας και χρόνιας τοξικότητας δεν αποκάλυψαν ανησυχητικά αποτελέσματα σε τρωκτικά, σκύλους και πιθήκους. Στους αρουραίους και τα ποντίκια η LD50 είναι αντιστοίχως 690 και 550 mg/kg από το στόμα και 81 και 56mg/kg σε ενδοφλέβια χορήγηση.

Εφάπαξ δόσεις 80 mg/kg και άνω σε σκύλους από το στόμα προκάλεσαν σημεία καταστολής, αταξία, σπασμούς και τρόμους. Στους πιθήκους δοσεις που υπερβαίνουν 50mg/kg από το στόμα προκάλεσαν εμετό χωρίς κανένα άλλο σημείο μέχρι τα 400 mg/kg ενώ ενδοφλέβιες δόσεις 15mg/kg προκάλεσαν παροδική αταξία και σπασμούς με πλήρη υποχώρηση του συμπλέγματος εντός 5 λεπτών μετά τη χορήγηση της δόσης. Ενδαρτηριακή ένεση προκαλεί σημαντικές τοπικές ιστικές βλάβες στα κουνέλια.

Σε απομονωμένες ίνες Purkinje σκυλου, η υδροξυζίνη σε δόση 3μΜ αύξησε τη διάρκεια δυναμικού δράσης, κάτι που δείχνει ότι υπήρχε αλληλεπίδραση με τους διαύλους καλίου, που εμπλέκονται στη φάση επαναπόλωσης. Σε υψηλότερη συγκέντρωση των 30μΜ, παρατηρήθηκε έντονη μείωση της διάρκειας δυναμικού δράσης, κάτι που δείχνει πιθανή αλληλεπίδραση με τα ρεύματα ασβεστίου και/ή νατρίου. Η υδροξυζίνη προκάλεσε αναστολή του ρεύματος καλίου (IKr) στους διαύλους του ανθρώπινου γονιδίου hERG, που εκφράζονται στα κύτταρα θηλαστικών, με IC50 62µM, δηλ. συγκέντρωση μεταξύ 10 και 60 φορές υψηλότερη από τις θεραπευτικές συγκεντρώσεις. Επίσης, οι συγκεντρώσεις υδροξυζίνης, που απαιτούνται για την επίτευξη επιδράσεων στην ηλεκτροφυσιολογία της καρδιάς είναι 10 έως 100 φορές υψηλότερες από εκείνες, που απαιτούνται για τον αποκλεισμό των Η1 και 5-ΗΤ2 υποδοχέων. Σε ελεύθερους, με επίγνωση σκύλους, οι οποίοι παρακολουθούνταν με τηλεμετρία, η υδροξυζίνη και τα εναντιομερή της προκάλεσαν παρόμοια καρδιαγγειακά προφίλ αν και υπήρχαν κάποιες μικρές διαφορές. Σε πρώτη μελέτη τηλεμετρίας σε σκύλο, η υδροξυζίνη (21 mg/kg po) αύξησε ελαφρώς την καρδιακή συχνότητα και μείωσε τα διαστήματα PR και QT. Δεν επηρεάσθηκαν τα διαστήματα QRS και QTc και, επομένως, σε κανονικές θεραπευτικές δόσεις, οι ελαφρές αυτές αλλαγές δεν είναι πιθανόν να προκαλούν προβληματισμό από κλινική άποψη. Παρατηρήθηκαν παρόμοιες επιδράσεις στην καρδιακή συχνότητα και στο διάστημα PR σε δεύτερη μελέτη τηλεμετρίας σε σκύλους, όπου η απουσία των δράσεων της υδροξυζίνης στο διάστημα QTc επιβεβαιώθηκε μέχρι την εφάπαξ από του στόματος δόση των 36 mg/kg.

Σε αρουραίους, η χορηγούμενη επί 30 ημέρες υδροξυζίνη, ήταν ικανοποιητικά ανεκτή σε δόση 20 mg/kg/ημέρα, υποδορίως, αλλά στα 200 mg/kg/ημέρα από το στόμα παρατηρήθηκαν ορισμένες συννοσηρότητες.

Η χρόνια τοξικότητα της υδροξυζίνης μελετήθηκε σε αρουραίους σε δόση 50mg/kg ημερησίως από το στόμα με κατανάλωση 100 g τροφής επί 24 εβδομάδες, χωρίς να προκληθούν κλινικά σημεία ή ιστοπαθολογικές ανωμαλίες. Δόσεις 10 mg/kg/ημέρα επί 70 ημέρες ελάττωσαν τη συγκέντρωση και τη βιωσιμότητα των σπερματοζωαρίων. Σε σκύλους, δόσεις από το στόμα μέχρι 20mg/kg/ημέρα επί 6 μήνες δεν συνοδεύτηκαν από συμπτώματα ή κάποιες βιολογικές ή ιστοπαθολογικές ανωμαλίες.

Μελέτες τερατογένεσης έγιναν σε έγκυα τρωκτικά: δόσεις μεγαλύτερες απο 50mg/kg συνδυάστηκαν με αποβολές ή διαμαρτίες στη διάπλαση των κυημάτων, οι οποίες οφείλονταν στη συσσώρευση του μεταβολίτη νορχλωρκυκλιζίνη. Οι τερατογόνες δόσεις της υδροξυζίνης είναι πολύ υψηλότερες απο τις θεραπευτικές δόσεις για τον άνθρωπο. Η δοκιμασία Ames δεν έδειξε μεταλλαξιογόνο δράση της υδροξυζίνης. Το κυτταροτοξικό δυναμικό της υδροξυζίνης θεωρείται ασθενές, ενώ δεν έχει δειχθεί καρκινογόνος επίδραση.

Ενεργά συστατικά

76755771U3 - HYDROXYZINE DIHYDROCHLORIDE

Σχετικό SPC

ATARAX.

Το πηγαίο έγγραφο είναι διαθέσιμο προς ανάγνωση ή μεταφόρτωση από τους συνδρομητές.

ΠΧΠ 2009: ATARAX Δισκία επικαλυμμένα με λεπτό υμένιο / Πόσιμο διάλυμα

Μπορείτε να υποστηρίξετε τον Γαληνό στην αποστολή του να παρέχει δωρεάν έγκυρη πληροφόρηση για κάθε φάρμακο απενεργοποιώντας το Ad Blocker για αυτόν τον ιστότοπο.