Κλαύδιος Γαληνός
Δωρεάν εγγραφή Αποκτήσετε πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες και τα εργαλεία του Galinos.gr για έναν μήνα
Έλεγχος συγχορήγησης Ελέγξτε την αγωγή σας για αντενδείξεις και αλληλεπιδράσεις μεταξύ των φαρμάκων
Μητρότητα και φάρμακα Ενημερωθείτε για την ασφάλεια χορήγησης ενός φαρμάκου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή του θηλασμού
Συνδρομές Μάθετε περισσότερα για τα οφέλη και τις επιπλέον παροχές των συνδρομητικών προγραμμάτων
Ενδείξεις και αγωγές Βρείτε θεραπευτικές ενδείξεις και αγωγές για νόσους, συμπτώματα και ιατρικές πράξεις
Γνωρίζατε ότι... Μοιραζόμαστε μαζί σας γεγονότα της πορείας του Galinos.gr από το 2011 μέχρι σήμερα

LOBIVON TAB 5MG/TAB BTx28 (BLIST 2x14)

Ευρετήριο Αναφορές

Σκεύασμα - Αντενδείξεις και ειδικές προφυλάξεις

Εμπορική
LOBIVON
Μορφή
Δισκία
Συγκέντρωση
5MG/TAB

Αντενδείξεις

  • Υπερευαισθησία στη δραστική ουσία ή σε οποιοδήποτε από τα έκδοχα που αναφέρονται στην παράγραφο 6.
  • Ηπατική ανεπάρκεια ή ηπατική δυσλειτουργία.
  • Οξεία καρδιακή ανεπάρκεια, καρδιογενής καταπληξία ή επεισόδια μη αντιρροπούμενης καρδιακής ανεπάρκειας που απαιτούν ενδοφλέβια χορήγηση ινοτρόπων φαρμάκων.

Επιπλέον, όπως και με άλλους β-αδρενεργικούς αποκλειστές, το Lobivon αντενδείκνυνται σε:

  • σύνδρομο νοσούντος φλεβοκόμβου, συμπεριλαμβανομένου και του φλεβοκομβικού αποκλεισμού
  • δευτέρου και τρίτου βαθμού καρδιακό αποκλεισμό (χωρίς βηματοδότη).
  • ιστορικό βρογχόσπασμου και βρογχικού άσθματος.
  • φαιοχρωμοκύτωμα που δεν αντιμετωπίζεται.
  • μεταβολική οξέωση.
  • βραδυκαρδία (καρδιακός ρυθμός < 60 παλμούς/λεπτό πριν από την έναρξη της θεραπείας).
  • υπόταση (συστολική πίεση του αίματος < 90mmHg).
  • σοβαρές περιφερικές κυκλοφορικές διαταραχές.

Προφυλάξεις και προειδοποιήσεις

Βλέπε επίσης παρ. 4.8 «Ανεπιθύμητες ενέργειες».

Οι κάτωθι προειδοποιήσεις και προφυλάξεις αφορούν γενικά τους β-αδρενεργικούς ανταγωνιστές.

Αναισθησία

Η συνέχιση της αγωγής με β-αποκλειστές μείωνει τον κίνδυνο αρρυθμιών κατά τη διάρκεια της εισαγωγής στην αναισθησία και της διασωλήνωσης.

Οταν έχει αποφασισθεί να διακοπεί ο β-αποκλειστής κατά την προετοιμασία για χειρουργείο, ο β-αδρενεργικός ανταγωνιστής θα πρέπει να διακόπτεται τουλάχιστον 24 ώρες πριν.

Προσοχή θα πρέπει να δοθεί στη χρήση ορισμένων αναισθητικών φαρμάκων τα οποία προκαλούν καταστολή του μυοκαρδίου. Ο ασθενής μπορεί να προστατευθεί από βαγοτονικές αντιδράσεις με ενδοφλέβια χορήγηση ατροπίνης.

Καρδιαγγειακό

Γενικά, οι β-αδρενεργικοί ανταγωνιστές δεν θα πρέπει να χορηγούνται σε ασθενείς με μη αντιμετωπιζόμενη συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, εκτός εάν η κατάστασή τους έχει σταθεροποιηθεί. Σε ασθενείς με ισχαιμική καρδιακή νόσο, η διακοπή της θεραπείας με τον β-αδρενεργικό ανταγωνιστή θα πρέπει να γίνεται σταδιακά, π.χ. σε διάστημα 1 – 2 εβδομάδων. Εάν είναι απαραίτητο, θα πρέπει ταυτόχρονα να ξεκινάει θεραπεία αντικατάστασης, για να προληφθούν οι παροξυσμοί της στηθάγχης.

  • Οι β-αδρενεργικοί ανταγωνιστές μπορεί να προκαλέσουν βραδυκαρδία: εάν ο σφυγμός μειωθεί σε λιγότερους από 50 – 55 παλμούς ανά λεπτό κατά την ανάπαυση ή/και ο ασθενής εμφανίσει συμπτώματα που υποδηλώνουν βραδυκαρδία, η δόση θα πρέπει να μειωθεί.
  • Οι β-αδρενεργικοί ανταγωνιστές θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή:
    • σε ασθενείς με περιφερικές κυκλοφορικές διαταραχές (σύνδρομο ή νόσο Raynaud, διαλλείπουσα χωλότητα), επειδή μπορεί να επέλθει έξαρση αυτών των διαταραχών
    • σε ασθενείς με πρώτου βαθμού καρδιακό αποκλεισμό, εξ'αιτίας του αρνητικού αποτελέσματος των β-αποκλειστών στον χρόνο αγωγιμότητας.
    • σε ασθενείς με στηθάγχη Prinzmetal λόγω της μη αντιρροπούμενης αγγειοσυσταλτικής δράσης των άλφα-υποδοχέων στις στεφανιαίες αρτηρίες. Οι β-αδρενεργικοί ανταγωνιστές μπορεί να αυξήσουν τον αριθμό και τη διάρκεια των επεισοδίων στηθάγχης.

Ο συνδυασμός της νεμπιβολόλης με ανταγωνιστές των διαύλων του ασβεστίου τύπου βεραπαμίλης και διλτιαζέμης, με αντιαρρυθμικά φάρμακα κατηγορίας Ι, και με κεντρικώς δρώντα αντιυπερτασικά φάρμακα γενικά δε συνιστάται. Για λεπτομέρειες παρακαλώ ανατρέξτε στην παράγραφο 4.5.

Μεταβολισμός / Ενδοκρινολογικά

To Lobivon δεν επηρεάζει τα επίπεδα γλυκόζης σε διαβητικούς ασθενείς. Εντούτοις, προσοχή θα πρέπει να δίνεται σε διαβητικούς ασθενείς καθώς η νεμπιβολόλη μπορεί να συγκαλύψει ορισμένα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας (ταχυκαρδία, αίσθημα παλμών).

Οι β-αδρενεργικοί αποκλειστές μπορούν να συγκαλύψουν συμπτώματα ταχυκαρδίας σε υπερθυρεοειδισμό. Η απότομη διακοπή μπορεί να επιδεινώσει αυτά τα συμπτώματα.

Αναπνευστικό

Σε ασθενείς με χρόνιες αποφρακτικές πνευμονικές παθήσεις, οι β- αδρενεργικοί ανταγωνιστές θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή γιατί η στένωση των αεραγωγών μπορεί να επιδεινωθεί.

Άλλα

Ασθενείς με ιστορικό ψωρίασης θα πρέπει να λαμβάνουν β-αδρενεργικούς ανταγωνιστές μόνο μετά από προσεκτική εκτίμηση.

Οι β-αδρενεργικοί ανταγωνιστές μπορεί να αυξήσουν την ευαισθησία σε αλλεργιογόνα και την σοβαρότητα των αναφυλακτικών αντιδράσεων.

Η έναρξη θεραπείας με νεμπιβολόλη για τη Χρόνια Καρδιακή Ανεπάρκεια απαιτεί τακτική παρακολούθηση. Για την δοσολογία και την μέθοδο χορήγησης παρακαλώ ανατρέξτε στην παράγραφο 4.2. Η διακοπή της θεραπείας δεν πρέπει να γίνει απότομα εκτός εάν ενδείκνυται απόλυτα. Για περισσότερες πληροφορίες παρακαλώ ανατρέξτε στην παράγραφο 4.2.

Αυτό το φαρμακευτικό προϊόν περιέχει λακτόζη. Ασθενείς με σπάνια κληρονομικά προβλήματα δυσανεξίας στη γαλακτόζη, έλλειψης Lapp-λακτάσης ή δυσαπορρόφησης γλυκόζης-γαλακτόζης δεν πρέπει να λαμβάνουν αυτό το φάρμακο.

Ασυμβατότητες

Δεν έχουν αναφερθεί.

Ανεπιθύμητες ενέργειες

Οι ανεπιθύμητες ενέργειες αναφέρονται ξεχωριστά για την υπέρταση και ξεχωριστά για τη χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια λόγω των διαφορών στο υπόβαθρο των ασθενειών.

Υπέρταση

Οι αναφερθείσες ανεπιθύμητες αντιδράσεις, οι οποίες στις περισσότερες περιπτώσεις ήταν ήπιας έως μέτριας σοβαρότητας, αναγράφονται στον παρακάτω πίνακα, και είναι ταξινομημένες ανά οργανικό σύστημα και συχνότητα

Συχνές (≥1/100 έως <1/10)
Σπάνιες (≥1/1000 έως ≤1/100)
Πολύ σπάνιες (≤1/10.000)
Μη γνωστές

Διαταραχές ανοσοποιητικού συστήματος

Μη γνωστές: Αγγειονευρωτικό οίδημα, υπερευαισθησία

Ψυχιατρικές διαταραχές

Σπάνιες: Εφιάλτες, κατάθλιψη

Διαταραχές νευρικού συστήματος

Συχνές: Κεφαλαλγία, ζάλη, Παραισθησία

Πολύ σπάνιες: Συγκοπή

Οφθαλμικές διαταραχές

Σπάνιες: Διαταραχή όρασης

Καρδιακές διαταραχές

Σπάνιες: Βραδυκαρδία, καρδιακή ανεπάρκεια, μειωμένη κολποκοιλιακή αγωγή / κολποκοιλιακός αποκλεισμός

Αγγειακές διαταραχές

Σπάνιες: Υπόταση (ενίσχυση) διαλείπουσας χωλότητας

Διαταραχές του αναπνευστικού συστήματος, του θώρακος και του μεσοθωρακίου

Συχνές: Δύσπνοια

Σπάνιες: Βρογχόσπασμος

Γαστρεντερικές διαταραχές

Συχνές: Δυσκοιλιότητα, ναυτία, διάρροια

Σπάνιες: Δυσπεψία, μετεωρισμός, έμετος

Διαταραχές του δέρματος και του υποδόριου ιστού

Σπάνιες: Κνησμός, ερυθηματώδες εξάνθημα

Πολύ σπάνιες: Επιδείνωση ψωρίασης

Μη γνωστές: Κνίδωση

Διαταραχές του αναπαραγωγικού συστήματος και των μαστών

Σπάνιες: Ανικανότητα

Γενικές διαταραχές και παθήσεις της οδού χορήγηση

Συχνές: Κόπωση, οίδημα

Οι ακόλουθες ανεπιθύμητες αντιδράσεις έχουν επίσης αναφερθεί με μερικούς β-αδρενεργικούς ανταγωνιστές: παραισθήσεις, ψύχωση, σύγχυση, ψυχρά / κυανωτικά άκρα, φαινόμενο Raynaud, ξηροφθαλμία και οφθαλμο–βλεννοδερματική τοξικότητα του τύπου της πρακτολόλης.

Χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια

Τα διαθέσιμα δεδομένα για τις ανεπιθύμητες ενέργειες σε ασθενείς με χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια έχουν ληφθεί από μία ελεγχόμενη με εικονικό φάρμακο, κλινική μελέτη όπου έλαβαν μέρος 1067 ασθενείς που έλαβαν νεμπιβολόλη και 1061 ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο. Σε αυτή τη μελέτη, συνολικά 449 ασθενείς που έλαβαν νεμπιβολόλη (42,1%) και 334 ασθενείς που έλαβαν εικονικό φάρμακο (31,5%) ανέφεραν τουλάχιστον μία πιθανώς σχετιζόμενη με το φάρμακο ανεπιθύμητη ενέργεια. Οι πιο συχνές αναφερόμενες ανεπιθύμητες ενέργειες σε ασθενείς που λάμβαναν νεμπιβολόλη ήταν η βραδυκαρδία και η ζάλη, εμφανιζόμενες και οι δύο στο 11% περίπου των ασθενών. Η αντίστοιχη συχνότητα ανάμεσα στους ασθενείς που λάμβαναν εικονικό φάρμακο ήταν περίπου 2% και 7%.

Τα ακόλουθα επεισόδια αναφέρθηκαν ως ανεπιθύμητες ενέργειες (ως τουλάχιστον πιθανώς σχετιζόμενες με το φάρμακο) και θεωρήθηκαν ως ειδικά συσχετιζόμενες με την θεραπεία της χρόνιας καρδιακής ανεπάρκειας:

  • Επιδείνωση της καρδιακής ανεπάρκειας σε ποσοστό 5.8% των ασθενών που λάμβαναν νεμπιβολόλη έναντι 5.2% των ασθενών που λάμβαναν εικονικό φάρμακο.
  • Ορθοστατική υπόταση αναφέρθηκε στο 2.1% των ασθενών που λάμβαναν νεμπιβολόλη έναντι 1.0% των ασθενών που λάμβαναν εικονικό φάρμακο.
  • Δυσανεξία στο φάρμακο αναφέρθηκε στο 1.6% των ασθενών που λάμβαναν νεμπιβολόλη έναντι 0.8% των ασθενών που λάμβαναν εικονικό φάρμακο.
  • Κολποκοιλιακός αποκλεισμός 1ου βαθμού αναφέρθηκε στο 1.4% των ασθενών που λάμβαναν νεμπιβολόλη έναντι 0.9% των ασθενών που λάμβαναν εικονικό φάρμακο.
  • Οίδημα των κάτω άκρων αναφέρθηκε στο 1.0% των ασθενών που λάμβαναν νεμπιβολόλη έναντι 0.2% των ασθενών που λάμβαναν εικονικό φάρμακο.

Αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών

Η αναφορά πιθανολογούμενων ανεπιθύμητων ενεργειών μετά από τη χορήγηση άδειας κυκλοφορίας του φαρμακευτικού προϊόντος είναι σημαντική. Επιτρέπει τη συνεχή παρακολούθηση της σχέσης οφέλους-κινδύνου του φαρμακευτικού προϊόντος. Ζητείται από τους επαγγελματίες του τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να αναφέρουν οποιεσδήποτε πιθανολογούμενες ανεπιθύμητες ενέργειες μέσω του εθνικού συστήματος αναφοράς που αναγράφεται στο Παράρτημα V*.

Αλληλεπιδράσεις με άλλα φάρμακα ή ουσίες

Φαρμακοδυναμικές αλληλεπιδράσεις

Οι ακόλουθες αλληλεπιδράσεις αφορούν γενικά τους β-αδρενεργικούς ανταγωνιστές.

Συνδυασμοί που δεν συνιστώνται

Αντιαρρυθμικά φάρμακα κατηγορίας Ι (κινιδίνη, υδροκινιδίνη, σιμπενζολίνη, φλεκαϊνίδη, δισοπυραμίδη, λιδοκαϊνη, μεξιλετίνη, προπαφαινόνη): Η δράση της στον χρόνο κολποκοιλιακής αγωγής μπορεί να ενισχυθεί και να αυξηθεί η αρνητική ινοτρόπος δράση (βλέπε παράγραφο 4.4.).

Ανταγωνιστές των διαύλων ασβεστίου τύπου βεραπαμίλης/διλτιαζέμης: αρνητική επίδραση στη συσταλτικότητα και την κολποκοιλιακή αγωγιμότητα. Η ενδοφλέβια χορήγηση της βεραπαμίλης σε ασθενείς που βρίσκονται σε θεραπεία με β-αποκλειστές μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρή υπόταση και κολποκοιλιακό αποκλεισμό (βλέπε παράγραφο 4.4.)

Κεντρικώς δρώντα αντιυπερτασικά (κλονιδίνη, γκουανφασίνη, μονοξιδίνη, μεθυλντόπα, ριλμενιδίνη): Η ταυτόχρονη χορήγηση των κεντρικώς δρώντων αντιυπερτασικών φαρμάκων μπορεί να επιδεινώσει την καρδιακή ανεπάρκεια μειώνοντας τον τόνο του κεντρικού συμπαθητικού (μείωση της καρδιακής συχνότητας και της καρδιακής παροχής, αγγειοδιαστολή) (βλέπε παράγραφο 4.4). Αποτομή διακοπή, ιδίως αν γίνει πριν την διακοπή των β-αποκλειστών μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο υποτροπής της υπέρτασης.

Συνδυασμοί που πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή

Αντιαρρυθμικά φάρμακα κατηγορίας ΙΙΙ (αμιοδαρόνη): Η δράση στον χρόνο κολποκοιλιακής αγωγιμότητας μπορεί να ενισχυθεί.

Αναισθητικά – πτητικά αλογονούχα: Η ταυτόχρονη χορήγηση β-αδρενεργικών ανταγωνιστών με αναισθητικά φάρμακα μπορεί να εξασθενήσει την αντανακλαστική ταχυκαρδία και να αυξήσει τον κίνδυνο υπότασης (βλέπε παράγραφο 4.4.). Ως γενικό κανόνα, η απότομη διακοπή της θεραπείας με β-αποκλειστές θα πρέπει να αποφεύγεται. Οι αναισθησιολόγοι θα πρέπει να ενημερώνονται εάν οι ασθενείς λαμβάνουν το Lobivon.

Ινσουλίνη και αντιδιαβητικά φάρμακα από του στόματος: Αν και η νεμπιβολόλη δεν επηρεάζει τα επίπεδα γλυκόζης, η ταυτόχρονη χορήγηση μπορεί να καλύψει ορισμένα συμπτώματα της υπογλυκαιμίας (αίσθημα παλμών, ταχυκαρδία).

Βακλοφαίνη (αντισπασμωδικός παράγοντας), αμιφοστίνη (αντινεοπλασματικό συμπλήρωμα): Η ταυτόχρονη χρήση με αντιυπερτασικά είναι πιθανόν να αυξήσει την πτώση της αρτηριακής πίεσης, συνεπώς η δοσολογία του αντιυπερτασικού φαρμάκου πρέπει να προσαρμοσθεί ανάλογα

Συνδυασμοί που πρέπει να εξετάζονται προσεκτικά

Γλυκοσίδες δακτυλίτιδας: Η ταυτόχρονη χορήγηση μπορεί να αυξήσει τον χρόνο κολποκοιλιακής αγωγιμότητας. Οι κλινικές μελέτες με τη νεμπιβολόλη δεν έχουν δείξει καμία κλινική απόδειξη αλληλεπίδρασης. Η νεμπιβολόλη δεν επηρεάζει την κινητική της διγοξίνης.

Ανταγωνιστές του ασβεστίου τύπου διυδροπυριδίνης (αμλοδιπίνη, φελοδιπίνη, λασιδιπίνη, νιφεδιπίνη, νικαρδιπίνη, νιμοδιπίνη, νιτρενδιπίνη): Η ταυτόχρονη χορήγηση μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο υπότασης, και το ενδεχόμενο περαιτέρω επιδείνωσης της κοιλιακής συσταλτικής λειτουργίας σε ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια δεν μπορεί να αποκλεισθεί.

Αντιψυχωτικά, αντικαταθλιπτικά (τρικυκλικά, βαρβιτουρικά και φαινοθειαζίνες): Η ταυτόχρονη χορήγηση μπορεί να ενισχύσει την υποτασική δράση των β-αποκλειστών (αθροιστική δράση).

Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα (NSAID): δεν επηρεάζουν την αντιυπερτασική δράση της νεμπιβολόλης.

Συμπαθομιμητικοί παράγοντες: Η ταυτόχρονη χορήγηση μπορεί να αντισταθμίσει τη δράση των β-αδρενεργικών ανταγωνιστών. Οι β-αδρενεργικοί παράγοντες μπορεί να οδηγήσουν σε μη αντιρροπούμενη α-αδρενεργική δραστηριότητα των συμπαθομιμητικών παραγόντων με ταυτόχρονη α- και β-αδρενεργική δράση (κίνδυνος υπέρτασης, σοβαρής βραδυκαρδίας και καρδιακού αποκλεισμού).

Φαρμακοκινητικές αλληλεπιδράσεις

Δεδομένου ότι το ισοένζυμο CYP2D6 συμμετέχει στον μεταβολισμό της νεμπιβολόλης, η συγχορήγηση με ουσίες που αναστέλλουν αυτό το ένζυμο, ιδίως παροξετίνη, τη φλουοξετίνη, τη θειοριδαζίνη και την κινιδίνη μπορεί να οδηγήσει στην αύξηση των επιπέδων της νεμπιβολόλης στο πλάσμα που σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εξεσημασμένης βραδυκαρδίας και ανεπιθύμητων ενεργειών.

  • Η συγχορήγηση της σιμετιδίνης αύξησε τα επίπεδα της νεμπιβολόλης στο πλάσμα, χωρίς να αλλάξει την κλινική δράση. Η συγχορήγηση με ρανιτιδίνη δεν επηρέασε τη φαρμακοκινητική της νεμπιβολόλης. Δεδομένου ότι το Lobivon λαμβάνεται με το γεύμα, ενώ τα αντιόξινα μεταξύ των γευμάτων, οι δύο θεραπείες μπορούν να συνταγογραφηθούν μαζί.
  • Όταν συνδυάζεται η νεμπιβολόλη με τη νικαρδιπίνη εμφανίζεται ελαφριά αύξηση των επιπέδων των δύο φαρμάκων στο πλάσμα, χωρίς να αλλάζει η κλινική τους δράση. Η συγχορήγηση με αλκοόλ, φουροσεμίδη ή υδροχλωροθειαζίδη δεν επηρεάζει την φαρμακοκινητική της νεμπιβολόλης.

Η νεμπιβολόλη δεν επηρεάζει την φαρμακοκινητική και την φαρμακοδυναμική της βαρφαρίνης.

Κύηση

Η νεμπιβολόλη έχει φαρμακολογικές επιδράσεις οι οποίες μπορεί να είναι επιβλαβείς κατά την διάρκεια της κύησης και/ή στο έμβρυο/νεογνό. Γενικά, οι β-αδρενεργικοί αποκλειστές μειώνουν την αιμάτωση του πλακούντα, η οποία έχει συσχετισθεί με επιβράδυνση της ανάπτυξης, ενδομήτριο εμβρυϊκό θάνατο, αποβολή ή πρώϊμο τοκετό. Ανεπιθύμητες ενέργειες (π.χ. υπογλυκαιμία, και βραδυκαρδία) μπορεί να συμβούν στο έμβρυο και στο νεογνό. Εάν η θεραπεία με β-αδρενεργικούς αποκλειστές είναι απαραίτητη, θα προτιμηθούν οι β1-εκλεκτικοί αδρενεργικοί αποκλειστές.

Η νεμπιβολόλη δεν πρέπει να χορηγείται κατά τη διάρκεια της κύησης εκτός εάν είναι απολύτως απαραίτητο. Εάν η θεραπεία με τη νεμπιβολόλη θεωρείται απαραίτητη, η μητρο-πλακουντιακή αιματική ροή και η ανάπτυξη του εμβρύου πρέπει να παρακολουθούνται. Εναλλακτική θεραπεία θα πρέπει να χορηγηθεί σε περιπτώσεις επιβλαβών επιδράσεων κατά την εγκυμοσύνη ή στο έμβρυο. Το νεογνό θα πρέπει να βρίσκεται υπό στενή προσοχή. Γενικά, συμπτώματα υπογλυκαιμίας και βραδυκαρδίας πρέπει να αναμένονται μέσα στις 3 πρώτες ημέρες.

Γαλουχία

Μελέτες σε ζώα έδειξαν ότι η νεμπιβολόλη απεκκρίνεται στο μητρικό γάλα. Δεν είναι γνωστό αν το φάρμακο απεκκρίνεται στο ανθρώπινο γάλα. Οι περισσότεροι β-αποκλειστές , ιδίως οι λιποφιλικές ενώσεις, όπως η νεμπιβολόλη και οι δραστικοί μεταβολίτες της, περνούν στο μητρικό γάλα αλλά με διαφορετικό ποσοστό διείσδυσης. Έτσι, ο θηλασμός δεν συνιστάται κατά τη διάρκεια χορήγησης της νεμπιβολόλης.

Ικανότητα οδήγησης και χειρισμός μηχανημάτων

Δεν υπάρχουν μελέτες που να δείχνουν την επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανών. Φαρμακοδυναμικές μελέτες έδειξαν ότι το Lobivon 5mg δεν επηρεάζει την ψυχοκινητική λειτουργία. Κατά την διάρκεια οδήγησης και χειρισμού μηχανών, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ότι περιστασιακά μπορεί να εμφανιστούν ζάλη και κόπωση.

Σχετικό SPC

LOBIVON 5mg δισκία.

Το πηγαίο έγγραφο είναι διαθέσιμο προς ανάγνωση ή μεταφόρτωση από τους συνδρομητές.

ΠΧΠ 2015: LOBIVON Δισκίo

Χρήσιμα εργαλεία

Αναζήτηση αλληλεπιδράσεων >

Μπορείτε να υποστηρίξετε τον Γαληνό στην αποστολή του να παρέχει δωρεάν έγκυρη πληροφόρηση για κάθε φάρμακο απενεργοποιώντας το Ad Blocker για αυτόν τον ιστότοπο.