Ενεργά συστατικά
8FB1K07F16 - PROTHROMBIN
Η θρομβίνη είναι μία “τύπου θρυψίνης” πρωτεΐνη και επιδρά ως πρωτεάση σερίνης. Στην οδό πήξεως του αίματος, η θρομβίνη δρα για να μετατρέψει τον παράγοντα XI σε ΧΙα, τον παράγοντα VIII σε VIIIa, τον παράγοντα V σε Va, και ευδιάλυτο ινωδογόνο σε αδιάλυτο ινώδες. Ως μέρος της δραστηριότητάς της στον καταρράκτη πήξης, η θρομβίνη επίσης προάγει την ενεργοποίηση των αιμοπεταλίων και τη συσσωμάτωσή τους, μέσω ενεργοποίησης υποδοχέων επί της κυτταρικής μεμβράνης του αιμοπεταλίου. |
4156XVB4QD - COAGULATION FACTOR VII HUMAN
|
6U90Y1795T - COAGULATION FACTOR IX HUMAN
Ο παράγοντας IX (coagulation factor IX) είναι μια γλυκοπρωτεΐνη απλής αλύσου με μοριακό βάρος 57.000 έως 68.000 Dalton περίπου. Πρόκειται για παράγοντα πήξης που εξαρτάται από τη βιταμίνη Κ και συντίθεται στο ήπαρ. Ο παράγοντας IX ενεργοποιείται από τον παράγοντα XIa κατά το ενδογενές σύστημα και από το σύμπλεγμα παράγοντα VII/ιστικού παράγοντα στο εξωγενές σύστημα του μηχανισμού της πήξης. Ο ενεργοποιημένος παράγοντας ΙΧ σε συνδυασμό με τον ενεργοποιημένο παράγοντα VIII ενεργοποιεί τον παράγοντα Χ. Ο ενεργοποιημένος παράγοντας Χ μετατρέπει την προθρομβίνη σε θρομβίνη, η οποία στη συνέχεια μετατρέπει το ινωδογόνο σε ινώδες, οπότε είναι δυνατή η δημιουργία θρόμβου. |
0P94UQE6SY - COAGULATION FACTOR X HUMAN
Ο παράγοντας πήξης X (coagulation factor X) προκύπτει από το ανθρώπινο πλάσμα και χρησιμοποιείται ως υποκατάστατο του φυσικά παρόντα παράγοντα πήξης X σε ασθενείς με κληρονομική ανεπάρκεια του παράγοντα X. |
3Z6S89TXPW - PROTEIN C
Η πρωτεΐνη C (protein C) είναι μία πρωτεάση της σερίνης με ισχυρή αντιπηκτική δράση, ιδιαίτερα παρουσία του συμπαράγοντά της, πρωτεΐνη S. Η πρωτεΐνη C ασκεί την δράση της με την απενεργοποίηση των ενεργοποιημένων μορφών των παραγόντων V και VIII, που οδηγεί σε μείωση του σχηματισμού θρομβίνης. Η πρωτεΐνη C έχει επίσης αποδειχθεί ότι έχει προϊνωδογονολυτικά αποτελέσματα. |
90J3F6N5FN - PROTEIN S HUMAN
|
Ανατομική/θεραπευτική/χημική (ATC) ταξινόμηση
Κωδικός | Τίτλος | Κατηγοριοποίηση |
---|---|---|
B02BD01 | Coagulation factor IX, II, VII and X in combination | B Αίμα και αιμοποιητικά όργανα → B02 Αντιαιμορραγικά → B02B Βιταμίνη K και άλλα αιμοστατικά → B02BD Παράγοντες της πήξης του αίματος |
Ενότητες εθνικού συνταγολογίου
Αριθμός | Τίτλος | Κατηγοριοποίηση |
---|---|---|
02.12 | Προϊόντα αίματος | 02 Φάρμακα παθήσεων κυκλοφορικού συστήματος |
Τρόποι και περιορισμοί διάθεσης
Αμοιβαία αναγνώριση άδειας | Φάρμακο που έχει εγκριθεί σε ένα κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αναγνωρίζεται η άδεια κυκλοφορίας του από τον Ε.Ο.Φ. με την ίδια ακριβώς φαρμακευτική και κλινική τεκμηρίωση. |
Θετικός κατάλογος | Φαρμακευτικά σκευάσματα που ανήκουν στον θετικό κατάλογο συνταγογραφούμενων φαρμάκων της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του Ν. 3816/2010, όπως αυτός καταρτίστηκε από την αρμόδια Ειδική Επιτροπή Κατάρτισης του Θετικού Καταλόγου του ΥΥΚΑ. |
Πρωτότυπο φάρμακo | Φάρμακο που χαρακτηρίστηκε πρωτότυπο από τον Ε.Ο.Φ. σύμφωνα με την 3η έκδοση του ενημερωτικού καταλόγου κυκλοφορούντων πρωτότυπων και αντιγράφων φαρμάκων. |
Υπεύθυνος κυκλοφορίας
CSL Behring Ε.Π.Ε. - Χατζηγιάννη Μέξη 5, 115 28 Αθήνα
Χαρακτηριστικά προϊοντος, οδηγίες χρήσης και λοιπή τεκμηρίωση
Τύπος | Έτος | Τίτλος | Εκδότης |
---|---|---|---|
ΠΧΠ | 2013 | BERIPLEX Pd. Inj. Sol. | CSL Behring Μ.Ε.Π.Ε. |
Φαρμακευτικά σκευάσματα
Κόνις και διαλύτης για ενέσιμο διάλυμα
Κωδικός | Όνομα | Κ | Ν.Τ. | Χ.Τ. | Λ.Τ. | Κάτοχος άδειας |
---|---|---|---|---|---|---|
27942.01.01 | BERIPLEX P/N PS.INJ.SOL 500 IU/VIAL BTx1FLx500IU+1FL διαλύτη+συσκευή χωρίς βελόνα | 206,03 | 229,15 | 272,05 | CSL Behring Ε.Π.Ε. |
Έκδοχα: Υδροχλωρικό οξύ, Ύδωρ για ενέσιμα, Νάτριο κιτρικό, Νάτριο χλωριούχο, Ανθρώπινη λευκωματίνη, Ανθρώπινη αντιθρομβίνη III, Ηπαρίνη, Υδροξείδιο του νατρίου
Λοιπές χώρες
Η εμπορική ονομασία BERIPLEX κυκλοφορεί και στις ακόλουθες χώρες: Αυστρία, Βραζιλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία, Ισπανία, Κάτω Χώρες, Καναδάς, Κροατία, Κύπρος, Μάλτα, Νέα Ζηλανδία, Πολωνία, Ρουμανία, Τουρκία, Τυνησία, Χονγκ Κονγκ. Το φάρμακο ενδέχεται να κυκλοφορεί και σε άλλες χώρες καθώς και να διαφέρει ως προς τη φαρμακοτεχνική μορφή, τη συγκέντρωση ή τα έκδοχα στην εκάστοτε χώρα κυκλοφορίας.