Στην ομάδα αυτή των αντιφλεγμονωδών φαρμάκων ανήκουν η πιροξικάμη , η τενοξικάμη , η μελοξικάμη και η λορνοξικάμη .
O κλασικός εκπρόσωπος της ομάδας αυτής, η πιροξικάμη, είναι ίσως ο πιο ισχυρός αναστολέας της σύνθεσης των προσταγλανδινών και έχει αντιφλεγμονώδη και αναλγητική δράση συγκρίσιμη με εκείνη της ινδομεθακίνης και ναπροξένης. όμως είναι ισχυρός αναστολέας των «προστατευτικών» προσταγλανδινών του στομάχου με αποτέλεσμα την αύξηση των ανεπιθύμητων ενεργειών, κυρίως από το πεπτικό σύστημα, ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους. Στοιχεία υποδηλώνουν ότι η πιροξικάμη μπορεί να σχετίζεται με υψηλό κίνδυνο σοβαρής γαστρεντερικής τοξικότητας σε σχέση με τα άλλα ΜΣΑΦ. έχει μακρό χρόνο δράσης που επιτρέπει την εφάπαξ ημερήσια χορήγησή της.
H τενοξικάμη και η μελοξικάμη είναι ίσης περίπου δραστικότητας και ανοχής από το πεπτικό.
Περιεχόμενα κεφαλαίου
- 10.02.05.01 Λορνοξικάμη (Lornoxicam)
- 10.02.05.02 Πιροξικάμη (Piroxicam)
- 10.02.05.03 Μελοξικάμη (Meloxicam)
- 10.02.05.04 Τενοξικάμη (Tenoxicam)
Δραστικές ουσίες κεφαλαίου
Η λορνοξικάμη (lornoxicam) είναι μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο με αναλγητικές ιδιότητες και ανήκει στην κατηγορία των οξικαμών. Ο τρόπος δράσης της λορνοξικάμης σχετίζεται κυρίως με την αναστολή της σύνθεσης των προσταγλανδινών (αναστολή του ενζύμου κυκλοοξυγενάση) που οδηγεί σε απευαισθητοποίηση των περιφερικών υποδοχέων του πόνου και συνεπώς σε αναστολή της φλεγμονής. Έχει επίσης αναφερθεί κεντρική δράση στην υποδοχή του πόνου που φαίνεται να είναι ανεξάρτητη από τις αντιφλεγμονώδεις δράσεις.
Η μελοξικάμη (meloxicam) είναι μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο (ΜΣΑΦ) της οικογένειας των οξικαμών, με αντιφλεγμονώδεις, αναλγητικές και αντιπυρετικές ιδιότητες. Δρα αναστέλλοντας τη δημιουργία στον οργανισμό προσταγλανδινών που θεωρούνται ως ουσίες που προκαλούν στην περιοχή της βλάβης τα συμπτώματα της φλεγμονής.
Η παρεκοξίμπη είναι προφάρμακο της βαλντεκοξίμπης. Η βαλντεκοξίμπη αποτελεί έναν εκλεκτικό αναστολέα της κυκλοοξυγενάσης-2 (COX-2), όταν χορηγείται σε κλινικές δόσεις. Η κυκλοοξυγενάση είναι υπεύθυνη για τη σύνθεση των προσταγλανδινών. Δύο ισομορφές, η COX-1 και η COX-2, έχουν προσδιορισθεί. Η COX-2 αποτελεί την ισομορφή του ενζύμου, για την οποία έχει αποδειχθεί ότι παράγεται επαγωγικά κατόπιν προφλεγμονωδών ερεθισμάτων και θεωρείται κυρίως υπεύθυνη για τη σύνθεση των προστανοειδών που διαμεσολαβούν στην πρόκληση άλγους, φλεγμονής και πυρετού.
Η πιροξικάμη είναι μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο, το οποίο διαθέτει επίσης αναλγητικές και αντιπυρετικές ιδιότητες. Η πιροξικάμη είναι δραστική ανεξάρτητα από την αιτιολογία της φλεγμονής.
Η τενοξικάμη (tenoxicam) είναι ένα μη στεροειδές αντιφλεγμονώδες φάρμακο με αντιφλεγμονώδεις, αναλγητικές, αντιπυρετικές ιδιότητες, που αναστέλλει επίσης τη συγκόλληση των αιμοπεταλίων.