Διοικητική πληροφόρηση
Ναρκωτικό - πίνακας Γ
Περιγραφή
Η παραγωγή, μεταφορά, αποθήκευση, προμήθεια των ουσιών του πίνακα Γ' της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3459/2006 (Α'103), καθώς και των έτοιμων φαρμακοτεχνικών προϊόντων και ιδιοσκευασμάτων που περιέχουν τις ουσίες αυτές, γίνεται από νομικά και φυσικά πρόσωπα μέσω του Κρατικού Μονοπωλίου Ναρκωτικών, ύστερα από γνωμοδότηση της Επιτροπής Ναρκωτικών με ευθύνη του Ε.Ο.Φ., ο οποίος εκδίδει τη σχετική άδεια και ελέγχει τη διαδικασία. Η διάθεσή τους στα φαρμακεία, στις φαρμακαποθήκες και στα θεραπευτήρια γίνεται με ευθύνη και υπό τον έλεγχο του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων.
Δραστικές ουσίες
Δραστική ουσία | Σύντομη περιγραφή |
---|---|
Αλφαιντανύλη |
Η αλφαιντανίλη (alfentanil) είναι ένα συνθετικό οπιοειδές αναλγητικό που αλληλεπιδρά κατά κύριο λόγο με τα τον μ-υποδοχέα των οπιοειδών. Πρωτοβάθμιες ενέργειες της θεραπευτικής της αξίας είναι η αναλγησία ...
|
Βουτορφανόλη |
Η βουτορφανόλη είναι ένα συνθετικό αναλγητικό τύπου μορφινάνης. Η βουτορφανόλη σχετίζεται στενότερα δομικά με τη λεβορφανόλη. Η βουτορφανόλη εμφανίζει μερική αγωνιστική και ανταγωνιστική δράση στον υποδοχέα ...
|
Δεξαμφεταμίνη |
|
Δεξμεδετομιδίνη |
Η δεξμεδετομιδίνη είναι ένας ισχυρός και εκλεκτικός α<sub>2</sub>-αγωνιστής των αδρενεργικών υποδοχέων που αναστέλλει την απελευθέρωση της νοραδρεναλίνης από τους νοραδρενεργικούς νευρώνες. Η συμπαθητική ...
|
Δεξτροπροποξυφαίνη |
Η προποξυφαίνη (dextropropoxyphene) είναι ένας συνθετικός αγωνιστής των οπιούχων, είναι δομικά παρόμοια με τη μεθαδόνη. Η αναλγητική επίδραση της προποξυφαίνης οφείλεται στο d-ισομερές της, τη δεξτροπροποξυφαίνη. ...
|
Διυδροκωδεΐνη |
Η διυδροκωδεΐνη είναι ένα ημισυνθετικό οπιοειδές αναλγητικό με ισχύ μεταξύ μορφίνης και κωδεΐνης. Η διυδροκωδεΐνη είναι επίσης ένα αντιβηχικό με κεντρική δράση, το οποίο δρα στο κέντρο του βήχα για να ...
|
Διφαινοξυλάτη |
Η διφαινοξυλάτη ενεργοποιεί τους προσυναπτικούς οπιοειδείς υποδοχείς του νευρικού συστήματος του εντέρου. Αναστέλλει την απελευθέρωση ακετυλοχολίνης και ελαττώνει τον περισταλτισμό.
|
Δροτεβανόλη |
|
Ζιπεπρόλη |
Η ζιπεπρόλη (zipeprol) είναι ένα κεντρικώς δρων αντιβηχικό που συνδυάζει αναισθητικές, βλεννολυτικές, αντιισταμινικές και αντιχολινεργικές ιδιότητες.
|
Κεταμίνη |
Η κεταμίνη παρεμποδίζει τα νευρικά ερεθίσματα στον εγκεφαλικό φλοιό, ενώ ενεργοποιεί τις υποκείμενες περιοχές του εγκεφάλου. Ως εκ τούτου, επιτυγχάνεται διαχωριστική αναισθησία, αφενός νάρκωση και επιφανειακή ...
|
Κλομπενζορέξη |
Η κλομπενζορέξη (clobenzorex) είναι ένα ανάλογο της Ν-υποκατεστημένης αμφεταμίνης που μετατρέπεται σε d-αμφεταμίνη αμέσως μετά την κατάποση. Η κλομπενζορέξη είναι ένα διεγερτικό φάρμακο των χημικών τάξεων ...
|
Κωδεΐνη |
Η κωδεΐνη είναι ένα οπιοειδές αναλγητικό, το οποίο ασκεί αγωνιστική επίδραση σε συγκεκριμένους, υποδοχείς οπιοειδών στο ΚΝΣ και σε άλλους ιστούς. Στα αποτελέσματα της δράσης της κωδεΐνης συμπεριλαμβάνονται ...
|
Μεθακουαλόνη |
|
Μεθαμφεταμίνη |
|
Μεθυλφαινιδάτη |
Η μεθυλφαινιδάτη είναι ένας ήπιος διεγέρτης του κεντρικού νευρικού συστήματος (ΚΝΣ). Ο θεραπευτικός μηχανισμός δράσης στην ADHD δεν είναι γνωστός. Η μεθυλφαινιδάτη θεωρείται ότι αναστέλλει την επαναπρόσληψη ...
|
Ναλμπουφίνη |
Η ναλμπουφίνη (nalbuphine) θεωρείται ότι κυρίως είναι ένας αγωνιστής των υποδοχέων kappa των οπιοειδών. Είναι επίσης μερικώς ανταγωνιστής των μ υποδοχέων, εμφανίζει κάποια σύνδεση με τον δέλτα υποδοχέα ...
|
Νικομορφίνη |
Η νικομορφίνη (nicomorphine) είναι ο 3,6-δινικοτινικός εστέρας της μορφίνης. Η νικομορφίνη είναι ένας ισχυρός αναλγητικός αγωνιστής των οπιοειδών, δύο έως τρεις φορές ισχυρότερος από τη μορφίνη με προφίλ ...
|
Νορμεθαδόνη |
Η νορμεθαδόνη (normethadone) είναι ένα παράγωγο της μεθαδόνης, που χρησιμοποιείται ως συστατικό των αντιβηχικών σταγόνων.
|
Οξυκωδόνη |
Η οξυκωδόνη έχει συγγένεια για τους υποδοχείς οπιοειδών κάππα, μι και δέλτα στον εγκέφαλο, τη σπονδυλική στήλη και τα περιφερικά όργανα (π.χ. έντερο). Η οξυκωδόνη δρα ως αγωνιστής του υποδοχέα των οπιοειδών ...
|
Οξυμορφόνη |
|
Πενταζοκίνη |
Η πενταζοκίνη (pentazocine) είναι ένας αγωνιστής των υποδοχέων kappa και sigma των οπιοειδών.
|
Πιριτραμίδη |
Η πιριτραμίδη (piritramide) είναι αμιγής αγωνιστής του υποδοχέα μ-οπιοειδών, ο οποίος έχει ελαφρώς λιγότερη αναλγητική ισχύ από τη μορφίνη. Η αναλγησία προκύπτει από την ενεργοποίηση των υποδοχέων μ-οπιοειδών ...
|
Ρεμιφαιντανύλη |
Η ρεμιφαιντανύλη είναι ένας εκλεκτικός μ-οπιοειδής διεγέρτης με ταχεία έναρξη και πολύ βραχεία διάρκεια δράσης. Η μ-οπιοειδής δράση της ρεμιφαιντανύλης ανταγωνίζεται από τους ανταγωνιστές ναρκωτικών, όπως ...
|
Σεκοβαρβιτάλη |
|
Σουφεντανίλη |
Η σουφαιντανίλη (sufentanil) είναι ένα συνθετικό, ισχυρό οπιοειδές με ιδιαίτερα επιλεκτική πρόσδεση στους μ-υποδοχείς οπιοειδών. Η σουφαιντανίλη δρα ως πλήρης αγωνιστής σε μ-υποδοχείς οπιοειδών. Η σουφαιντανίλη ...
|
Ταπενταδόλη |
Η ταπενταδόλη (tapentadol) είναι ένα κεντρικώς δρών αναλγητικό με διπλό μηχανισμό δράσης, δηλαδή ενεργοποιεί τον υποδοχέα μ-οπιοειδών και αναστέλλει την επαναπρόσληψη της νορεπινεφρίνης.
|
Τιλιδίνη |
Η τιλιδίνη (tilidine) είναι ένα συνθετικό οπιούχο αναλγητικό, για τη θεραπεία μέτριου έως σοβαρού πόνου, οξέος και χρόνιου. Η ίδια η τιλιδίνη είναι ένα ασθενές οπιοειδές, αλλά μεταβολίζεται ταχέως στο ...
|
Υδροκωδόνη |
|
Υδρομορφόνη |
|
Υδροξυβουτυρικό οξύ |
|
Φαιναζοκίνη |
Η φαιναζοκίνη (phenazocine) είναι ένα οπιούχο αναλγητικό, το οποίο σχετίζεται με την πενταζοκίνη και έχει παρόμοιο προφίλ δράσεων. Οι επιδράσεις της φαιναζοκίνης περιλαμβάνουν αναλγησία και ευφορία, επίσης ...
|
Φαινοπεριδίνη |
Η φαινοπεριδίνη (phenoperidine) είναι ένα οπιοειδές αναλγητικό που σχετίζεται δομικά με την πεθιδίνη (παράγωγο του ισονιπεκοτικού οξέος) και χρησιμοποιείται κλινικά ως γενικό αναισθητικό.
|
Φαιντανύλη |
Η φαιντανύλη (fentanyl) είναι ένα ισχυρό οπιοειδές αναλγητικό που αλληλεπιδρά κυρίως με τους μ-υποδοχείς των οπιοειδών. Είναι συγγενής ουσία της μεπεριδίνης και ανήκει στους ισχυρούς αγωνιστές (των οπιοειδών) ...
|
Φενετυλίνη |
|
Φολκοδίνη |
Η φολκοδίνη (pholcodine) είναι ένα οπιοειδές που έχει χρησιμοποιηθεί ευρέως για τη θεραπεία του μη παραγωγικού βήχα σε παιδιά και ενήλικες. Η φολκοδίνη είναι κατασταλτικό του βήχα με ήπια κατασταλτική ...
|
Eντάσσονται επίσης:
Ουσία |
---|
Acetorphine |
Acetyldihydrocodeine |
Allylprodine |
Alpha-methylfentanyl |
Alphameprodine |
Alphamethadol |
Alphaprodine |
Amineptine |
Aminorex |
Atipamezole |
Benzethidine |
Benzyl morphine |
Beta hydroxyfentanyl |
Beta-hydroxy-3-methylfentanyl |
Betacetylmethadol |
Betamethadol |
Betaprodine |
Bezitramide |
Cetyl-alpha-methylfentanyl |
Chlorphentermine |
Cloforex |
Clonitazene |
Clortermine |
Coca leaf |
Codoxime |
Desmethylprodine (MPPP) |
Dexmedetomidine |
Diampromide |
Diethylthiambutene |
Dihydromorphine |
Dimenoxadol |
Dimepheptanol |
Dimethylthiambutene |
Dioxaphetyl butyrate |
Diphenoxine |
Dipipanone |
Ecgonine |
Ethylmethylthiambutene |
Etonitazene |
Etoxeridine |
Fenbutrazate |
Furethidine |
Hydromorphinol |
Hydroxypethidine |
Isomethadone |
Levamphetamine |
Levomethamphetamine |
Levomethorhane |
Levomoramide |
Levophenacylmorphane |
Levorphanol |
Mecloqualone |
Medetomidine |
Metazocine |
Methyldesorphine |
Methyldihydromorphine |
Methylfentanyl |
Methylphenethylamine |
Methylthiofentanyl |
Metopon |
Moramide intermediate |
Morpheridine |
Morphine methylbromide |
Myrophine |
Nicocodine |
Nicodicodine |
Noracymethadol |
Norcodeine |
Norlevorphanol |
Normeperidine (Pethidine intermediate B) |
Normorphine |
Norpipanone |
Oxymorphine |
Para-fluorofentanyl |
Pethidine intermediate A |
Pethidinic Acid (Pethidine intermediate C) |
Phenadoxone |
Phenampromide |
Phencyclidine |
Phenethylphenylacetoxypiperidine (PEPAP) |
Phenmetrazine |
Phenomorphane |
Piminodine |
Piperidine |
Proheptazine |
Properidine |
Propirane |
Propylhexedrine |
Racemethorphane |
Racemoramide |
Racemorphane |
Romifidine |
Thebacone |
Thebaine |
Thiofentanyl |
Trimeperidine |
Στις προαναφερθείσες ουσίες εντάσσονται επίσης τα άλατα και τα ισομερή αυτών, τα οποία εμφανίζουν σαφή εξαρτησιογόνο δράση και μπορούν να αποτελέσουν σημαντικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία.