Κλαύδιος Γαληνός
Δωρεάν εγγραφή Αποκτήσετε πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες και τα εργαλεία του Galinos.gr για έναν μήνα
Έλεγχος συγχορήγησης Ελέγξτε την αγωγή σας για αντενδείξεις και αλληλεπιδράσεις μεταξύ των φαρμάκων
Μητρότητα και φάρμακα Ενημερωθείτε για την ασφάλεια χορήγησης ενός φαρμάκου κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή του θηλασμού
Συνδρομές Μάθετε περισσότερα για τα οφέλη και τις επιπλέον παροχές των συνδρομητικών προγραμμάτων
Ενδείξεις και αγωγές Βρείτε θεραπευτικές ενδείξεις και αγωγές για νόσους, συμπτώματα και ιατρικές πράξεις
Γνωρίζατε ότι... Μοιραζόμαστε μαζί σας γεγονότα της πορείας του Galinos.gr από το 2011 μέχρι σήμερα

Τριαμσινολόνη

Ευρετήριο Αναφορές

Δραστική ουσία - Φαρμακολογικές ιδιότητες

Μηχανισμός δράσης

Το ακετονίδιο τριαμσινολόνης αποτελεί ένα πιο δραστικό παράγωγο της τριαμσινολόνης και είναι 8 φορές περίπου πιο δραστικό από την πρεδνιζόνη. Αν και ο ακριβής μηχανισμός της αντιαλλεργικής τους δράσης είναι άγνωστος, τα κορτικοστεροειδή είναι πολύ αποτελεσματικά στη θεραπεία των αλλεργικών νόσων στον άνθρωπο.

Το ακετονίδιο τριαμσινολόνης είναι γλυκοκορτικοστεροειδές που έχει χρησιμοποιηθεί ως αντιφλεγμονώδης παράγοντας για τη θεραπεία ποικίλων οφθαλμικών παθήσεων.

Φαρμακοδυναμική

Το ακετονίδιο τριαμσινολόνης δεν έχει άμεση δράση επί των αλλεργικών συμπτωμάτων. Βελτίωση σε ορισμένα συμπτώματα ασθενών μπορεί να παρατηρηθεί την πρώτη ημέρα της θεραπείας και η ανακούφιση αναμένεται σε 3 με 4 ημέρες. Όταν η χορήγηση διακοπεί πρόωρα, τα συμπτώματα μπορεί να μην υποτροπιάσουν για αρκετές ημέρες.

Σε κλινικές μελέτες που διεξήχθησαν σε ενηλίκους και παιδιά με δόσεις έως 440 μικρογραμμάρια/ημέρα ενδορρινικώς δεν διαπιστώθηκε καταστολή του άξονα Υποθάλαμος-Υπόφυση-Επινεφρίδια (ΥΥΕ).

Το ακετονίδιο τριαμσινολόνης είναι γλυκοκορτικοστεροειδές που έχει χρησιμοποιηθεί ως αντιφλεγμονώδης παράγοντας για τη θεραπεία ποικίλων οφθαλμικών παθήσεων. Μετά την ενδοϋαλοειδική ένεση, ο διαμερισμός αδιάλυτων στο νερό σωματιδίων ακετονιδίου τριαμσινολόνης εντός του υαλοειδούς θαλάμου παρέχει αντίθεση με το διάφανο υγρό του υαλοειδούς και τις μεμβράνες. Ως εκ τούτου, το ενδοφθάλμιο ακετονίδιο τριαμσινολόνης ενδείκνυται για χρήση κατά την υαλοειδεκτομή για τη βελτίωση της ορατότητας κατά την υαλοειδεκτομή, της έσω αφοριστικής μεμβράνης και των παθολογικών επι-αμφιβληστροειδικών μεμβρανών.

Φαρμακοκινητική

Μετά από ρινική χορήγηση εφάπαξ δόσεως 220 μικρογραμμάρια τριαμσινολόνης σε φυσιολογικά ενήλικα άτομα και σε ενήλικες ασθενείς με αλλεργική ρινίτιδα παρατηρήθηκε χαμηλή απορρόφηση του ακετονίδιου τριαμσινολόνης.

Η μέση μέγιστη τιμή της συγκεντρώσεως στο πλάσμα ήταν περίπου 0,5 ng/ml (εύρος από 0,1 έως 1 ng/ml) και σημειώθηκε 1,5 ώρα μετά τη χορήγηση της δόσης. Η μέση τιμή της συγκέντρωσης στο πλάσμα ήταν μικρότερη από 0,06 ng/ml στις 12 ώρες και βρισκόταν χαμηλότερα από το όριο ανίχνευσης της αναλυτικής μεθόδου στις 24 ώρες. Ο μέσος χρόνος ημιζωής ήταν 3,1 ώρες.

Ο συσχετισμός μεταξύ δόσεως και αποτελέσματος έχει δειχθεί τόσο σε υγιείς εθελοντές όσο και σε ασθενείς στους οποίους χορηγήθηκαν εφάπαξ 110 μικρογραμμάρια ή 220 μικρογραμμάρια τριαμσινολόνης δια της ρινικής οδού.

Μετά από επαναλαμβανόμενες δόσεις σε παιδιατρικούς ασθενείς, οι τιμές των συγκεντρώσεων στο πλάσμα, της AUC, της Cmax και του Tmax ήταν όμοιες προς τις τιμές που παρατηρούνται στους ενήλικους ασθενείς.

Η φαρμακοκινητική υδατοειδούς υγρού του ακετονιδίου τριαμσινολόνης αξιολογήθηκε σε 5 ασθενείς μετά από μονή ενδοϋαλοειδική χορήγηση (4 mg) ακετονιδίου τριαμσινολόνης. Η συλλογή των δειγμάτων υδατοειδούς υγρού έγινε από 5 ασθενείς (5 μάτια) μέσω παρακέντησης του πρόσθιου θαλάμου τις Ημέρες 1, 3, 10, 17 και 31 μετά την έγχυση. Οι κορυφαίες συγκεντρώσεις υδατοειδούς υγρού τριαμσινολόνης κυμαίνονταν από 2.151 έως 7.202 ng/mL, χρόνος ημίσειας ζωής 76 έως 635 ώρες και η περιοχή υπό την καμπύλη συγκέντρωσης-χρόνου (AUCO-t) από 231 έως 1.911 ng.h/mL μετά από μονή ενδοϋαλοειδική χορήγηση. Ο μέσος χρόνος ημισείας ζωής για την εξάλειψη ήταν 18,7 ± 5,7 ημέρες σε 4 οφθαλμούς που δεν είχαν υποβληθεί σε υαλοειδεκτομή (4 ασθενείς). Σε ασθενή που είχε υποβληθεί σε υαλοειδεκτομή (1 οφθαλμός), ο χρόνος ημισείας ζωής για την εξάλειψη της τριαμσινολόνης από το υαλοειδές σώμα ήταν συντομότερος (3,2 ημέρες) συγκριτικά με ασθενείς που δεν είχαν υποβληθεί σε υαλοειδεκτομή.

Το φαρμακοκινητικό προφίλ αξιολογήθηκε στην κλινική μελέτη C-08-055. Στη συγκεκριμένη μελέτη οι συγκεντρώσεις πλάσματος ακετονιδίου τριαμσινολόνης μετρήθηκαν για ένα υποσύνολο ασθενών (n=22) για την εκτίμηση συστηματικής έκθεσης ακετονιδίου τριαμσινολόνης μετά την ενστάλαξη του εναιωρήματος ακετονιδίου τριαμσινολόνης στην υαλοειδή κοιλότητα για οπτικοποίηση κατά τη διάρκεια υαλοειδεκτομής pars plana. Η συλλογή δειγμάτων αίματος έγινε την Ημέρα 0 πριν τη χορήγηση της δόσης και 3 ώρες (±1 ώρα) μετά την ενστάλαξη εναιωρήματος ακετονιδίου τριαμσινολόνης και την Ημέρα 7. Σε 2 από τους 22 ασθενείς, το ακετονίδιο τριαμσινολόνης ήταν ποσοτικοποιήσιμο στο πλάσμα 3 ώρες μετά τη χορήγηση TRIESENCE την Ημέρα 0. Την Ημέρα 7 δεν υπήρχαν ασθενείς με ποσοτικοποιήσιμες συγκεντρώσεις πλάσματος ακετονιδίου τριαμσινολόνης.

Προκλινικά δεδομένα για την ασφάλεια

Τα μη κλινικά δεδομένα για το ακετονίδιο τριαμσινολόνης δεν αποκαλύπτουν ιδιαίτερο κίνδυνο για τον άνθρωπο. Τα δοσοεξαρτώμενα φαινόμενα τερατογένεσης σε επίμυες και κόνικλους, στα οποία είχε χορηγηθεί ακετονίδιο τριαμσινολόνης περιλάμβαναν υπερωϊοσχιστία και/ή εσωτερική υδροκεφαλία και ανωμαλίες στον άξονα του σκελετού, ενώ τα φαινόμενα που παρατηρήθηκαν σε πιθήκους σχετίζονταν με κρανιακές παραμορφώσεις. Τα συγκεκριμένα φαινόμενα παρουσιάστηκαν σε δόσεις παρόμοιες ή χαμηλότερες από εκείνα που προέκυψαν με τη χορήγηση έγχυσης 4 mg ακετονιδίου τριαμσινολόνης στο μάτι ανθρώπου βάρους 50 kg.

Τα ευρήματα που παρατηρήθηκαν στις συγκεκριμένες μελέτες αναπαραγωγικής τοξικότητας ακετονιδίου τριαμσινολόνης είναι παρόμοια με εκείνα που σημειώθηκαν με άλλα κορτικοστεροειδή. Το γεγονός ότι η χορηγηθείσα δόση ακετονιδίου τριαμσινολόνης παραμένει στο μάτι μόνο κατά τη διάρκεια της χειρουργικής επέμβασης προσφέρει μείωση του κινδύνου για τις πιθανές ανεπιθύμητες ενέργειες που σχετίζονται με προγεννητική έκθεση σε ακετονίδιο τριαμσινολόνης. Ως εκ τούτου, εξαιρουμένων των ανεπιθύμητων ενεργειών αναπαραγωγικής και αναπτυξιακής τοξικότητας που σημειώθηκαν παραπάνω, τα φαινόμενα του ακετονιδίου τριαμσινολόνης σε μη-κλινικές μελέτες παρατηρήθηκαν μόνο σε έκθεση που θεωρείται επαρκώς υπερβάλλουσα της μέγιστης ανθρώπινης έκθεσης μετά την ενδοφθάλμια χρήση και συνεπώς έχει αμελητέα σχέση με την κλινική χρήση.

ΠΧΠ : TRIESENCE Ενέσιμο εναιώρημα

Μπορείτε να υποστηρίξετε τον Γαληνό στην αποστολή του να παρέχει δωρεάν έγκυρη πληροφόρηση για κάθε φάρμακο απενεργοποιώντας το Ad Blocker για αυτόν τον ιστότοπο.