Αλληλεπιδράσεις
Η δραστική ουσία Καρβοκυστεΐνη εμφανίζει αλληλεπίδραση στις παρακάτω περιπτώσεις:
Νεφρική ανεπάρκεια, ηπατική ανεπάρκεια
Σε περίπτωση επηρεασμένης νεφρικής λειτουργίας ή σοβαρής ηπατοπάθειας, η καρβοκυστεΐνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο μετά από ιατρική συμβουλή. Όπως με όλα τα φάρμακα που μεταβολίζονται από το ήπαρ και ακολουθεί νεφρική απέκκριση τους, ενδέχεται να εμφανιστεί συσσώρευση των μεταβολιτών της καρβοκυστεΐνης που σχηματίσθηκαν στο ήπαρ, όταν υπάρχει σοβαρή νεφρική ανεπάρκεια.
Ηπατική ανεπάρκεια
Αντιβηχικά, φάρμακα που έχουν ατροπινική δράση
Η καρβοκυστεΐνη δεν πρέπει να χορηγείται ταυτόχρονα με αντιβηχικά ή με φάρμακα που έχουν ατροπινική δράση. Ταυτόχρονη χορήγηση ενός αντιβηχικού αναστέλλει το αντανακλαστικό του βήχα και μπορεί να προκαλέσει στάση της ρευστοποιημένης λόγω της καρβοκυστεΐνης βλέννας.
Ευθαλεία η άτροπος (Belladonna) και παράγωγα, αμιγή
Γαλουχία
Δεν υπάρχουν στοιχεία σχετικά με την απέκκριση της καρβοκυστεΐνης στο μητρικό γάλα.
Δεν συνιστάται η χρήση αυτού του φαρμακευτικού προϊόντος σε γυναίκες που βρίσκονται σε περίοδο γαλουχίας.
Κύηση
Μελέτες σε πειραματόζωα δεν έδωσαν ενδείξεις τερατογόνου δράσης.
Λόγω της απουσίας τερατογόνου δράσης σε πειραματόζωα, δεν αναμένεται να υπάρξει σε ανθρώπους ανώμαλη διάπλαση του εμβρύου, αφού μέχρι στιγμής οι ουσίες που έχουν προκαλέσει ανωμαλίες στη διάπλαση των εμβρύων ανθρώπων έχει αποδειχθεί ότι είχαν τερατογόνο δράση σε δύο διαφορετικά είδη πειραματόζωων σε αναπαραγωγικές μελέτες που έχουν διεξαχθεί σύμφωνα με την ορθή πρακτική.
Μέχρι σήμερα, η σχετικά ευρεία κλινική χρήση της καρβοκυστεΐνης δεν φαίνεται να έχει προκαλέσει ανώμαλη ανάπτυξη του εμβρύου ή τοξικότητα. Ωστόσο, πρέπει να διεξαχθούν επιδημιολογικές μελέτες για να επιβεβαιωθεί η απουσία αυτού του κινδύνου.
Συνεπώς, η χρήση της καρβοκυστεΐνης δε συνιστάται κατά τη διάρκεια της κύησης, ειδικά κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της εγκυμοσύνης.
Πενικιλλίνη, τετρακυκλίνη, ερυθρομυκίνη
Η καρβοκυστεΐνη μπορεί να μειώσει τη δραστικότητα των αντιμικροβιακών, όπως πενικιλλίνης, τετρακυκλίνης ή ερυθρομυκίνης.
Βενζυλοπενικιλλίνη
Φαινοξυμεθυλοπενικιλλίνη
Προκαϊνούχος βενζυλοπενικιλλίνη
Τετρακυκλίνη
Ερυθρομυκίνη
Κύηση
Μελέτες σε πειραματόζωα δεν έδωσαν ενδείξεις τερατογόνου δράσης.
Λόγω της απουσίας τερατογόνου δράσης σε πειραματόζωα, δεν αναμένεται να υπάρξει σε ανθρώπους ανώμαλη διάπλαση του εμβρύου, αφού μέχρι στιγμής οι ουσίες που έχουν προκαλέσει ανωμαλίες στη διάπλαση των εμβρύων ανθρώπων έχει αποδειχθεί ότι είχαν τερατογόνο δράση σε δύο διαφορετικά είδη πειραματόζωων σε αναπαραγωγικές μελέτες που έχουν διεξαχθεί σύμφωνα με την ορθή πρακτική.
Μέχρι σήμερα, η σχετικά ευρεία κλινική χρήση της καρβοκυστεΐνης δεν φαίνεται να έχει προκαλέσει ανώμαλη ανάπτυξη του εμβρύου ή τοξικότητα. Ωστόσο, πρέπει να διεξαχθούν επιδημιολογικές μελέτες για να επιβεβαιωθεί η απουσία αυτού του κινδύνου.
Συνεπώς, η χρήση της καρβοκυστεΐνης δε συνιστάται κατά τη διάρκεια της κύησης, ειδικά κατά τη διάρκεια του πρώτου τριμήνου της εγκυμοσύνης.
Γαλουχία
Δεν υπάρχουν στοιχεία σχετικά με την απέκκριση της καρβοκυστεΐνης στο μητρικό γάλα.
Δεν συνιστάται η χρήση αυτού του φαρμακευτικού προϊόντος σε γυναίκες που βρίσκονται σε περίοδο γαλουχίας.
Ικανότητα οδήγησης και χειρισμός μηχανημάτων
Το καρβοκυστεΐνη δεν έχει καμία επίδραση στην ικανότητα οδήγησης και χειρισμού μηχανημάτων.