Περιεχόμενα κεφαλαίου
- 12.02.01.01 Αζελαστίνη (Azelastine)
- 12.02.01.02 Βεκλομεθαζόνη διπροπιονική (Beclometasone Dipropionate)
- 12.02.01.03 Βουδεσονίδη (Budesonide)
- 12.02.01.04 Λεβοκαβαστίνη υδροχλωρική (Levocabastine Hydrochloride)
- 12.02.01.05 Μομεταζόνη φουροϊκή (Mometasone Furoate)
- 12.02.01.06 Νεδοκρομίλη νατριούχος (Nedocromil Sodium)
- 12.02.01.07 Τριαμσινολόνης ακετονίδιο (Triamcinolone Acetonide)
- 12.02.01.08 Φλουτικαζόνη προπιονική (Fluticasone Propionate)
- 12.02.01.09 Χρωμογλυκικό νάτριο (Sodium Cromoglicate)
- 12.02.01.10 Φλουτικαζόνη φουροϊκή (Fluticasone Furoate)
Δραστικές ουσίες κεφαλαίου
Η βεκλομεθαζόνη (beclometasone) είναι ένα γλυκοκορτικοειδές με αντιφλεγμονώδη δράση και περιορισμένη αλατοκορτικοειδή δράση. Παρατηρείται τοπική επίδραση στην κατώτερη αναπνευστική οδό μετά από χορήγηση στο αναπνευστικό σύστημα με εισπνοή. Η βεκλομεθαζόνη αποτελεί προφάρμακο με ασθενή δραστικότητα ως προς την σύνδεση με υποδοχείς γλυκοκορτικοειδών. Υδρολύεται από εστεράσες προς τον ενεργό μεταβολίτη 17-μονοπροπιονική βεκλομεθαζόνη (beclomethasone-17-monopropionate: Β-17-ΜΡ), η οποία έχει ισχυρή τοπική αντιφλεγμονώδη δράση.
H βουδεσονίδη (budesonide) είναι ένα μη αλογονωμένο γλυκοκορτικοειδές με ισχυρή τοπική αντιφλεγμονώδη δράση στο αναπνευστικό σύστημα. Γενικά, η βουδεσονίδη αναστέλλει πολλές φλεγμονώδεις διαδικασίες συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής κυτοκίνης, της ενεργοποίησης των φλεγμονωδών κυττάρων και της έκφρασης των μορίων προσκόλλησης στα ενδοθηλιακά και τα επιθηλιακά κύτταρα. Σε δόσεις κλινικά ισοδύναμες με της πρεδνιζολόνης, η βουδεσονίδη προκαλεί σημαντικά μικρότερη καταστολή του άξονα ΥΥΕ και έχει χαμηλότερη επίδραση στους δείκτες της φλεγμονής.
Το χρωμογλυκικό οξύ (cromoglicic acid) δρα αναστέλλοντας την απελευθέρωση της ισταμίνης και διαφόρων μεσολαβητών της φλεγμονής προερχομένων από τις μεμβράνες, από τα μαστοκύτταρα.
Η φλουτικαζόνη (fluticasone) έχει ισχυρή αντιφλεγμονώδη δράση, όμως όταν χρησιμοποιείται τοπικά στο ρινικό βλεννογόνο, δεν έχει ανιχνεύσιμη συστηματική δράση.
H λεβοκαμπαστίνη (levocabastine) είναι ένας ισχυρός, ταχείας δράσης και πολύ εκλεκτικός ανταγωνιστής της ισταμίνης, στους Η1-υποδοχείς, με παρατεταμένη διάρκεια δράσης.
Η νεντοκρομίλη (nedocromil) είναι ένας μη στεροειδής παράγοντας ο οποίος έχει αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες όταν χορηγείται τοπικά στον πνεύμονα. Στη θεραπεία του βρογχικού άσθματος, η νεντοκρομίλη μειώνει τη συχνότητα και τη σοβαρότητα των κρίσεων, ελαττώνει το βρογχόσπασμο, το βήχα και τη βρογχική υπεραντιδραστικότητα και βελτιώνει την πνευμονική λειτουργία.
Εμπορικές ονομασίες κεφαλαίου
Κ | Εμπορική ονομασία | Ενεργά συστατικά | Υπεύθυνος κυκλοφορίας |
---|---|---|---|
ABELITAN | Special Medicines Μ.Ι.Κ.Ε. | ||
BIOSONIDE | Help A.B.E.E. | ||
FLUTINASAL | |||
GRAZAX | ALK Abello | ||
RHINOSIDE | |||
UDESOSPRAY | Angelini Pharma Hellas Α.Β.Ε.Ε. |