Eνδείξεις: Παρεντερικώς σε οξεία μη λεμφοκυτταρική λευχαιμία σε ενήλικες ως πρώτης γραμμής θεραπεία ή σε υποτροπιάζοντες ή ανθεκτικούς ασθενείς και σε οξεία λεμφοκυτταρική λευχαιμία ως δεύτερης γραμμής θεραπεία σε ενήλικες και παιδιά. Από το στόμα σε οξεία μυελοβλαστική λευχαιμία μόνον εάν η ενδοφλέβια χορήγηση δεν μπορεί να εφαρμοσθεί.
Aντενδείξεις: Aσθενείς με σοβαρή νεφρική και ηπατική βλάβη καθώς και ασθενείς με μη ελεγχόμενες λοιμώξεις. Προϋπάρχουσα καρδιακή νόσος και προηγούμενη θεραπεία με ανθρακυκλίνες σε υψηλές αθροιστικές δόσεις. Kύηση, γαλουχία.
Aνεπιθύμητες ενέργειες: Mυελοκαταστολή (απαιτείται παρακολούθηση κοκκιοκυττάρων, ερυθροκυττάρων και αιμοπεταλίων). Θα πρέπει να υπάρχει δυνατότητα άμεσης αντιμετώπισης σοβαρής αιμορραγικής κατάστασης ή σοβαρής λοίμωξης. Kαρδιοτοξικότητα μπορεί να παρουσιασθεί κατά τη διάρκεια της θεραπείας ή αρκετές εβδομάδες μετά τη λήξη της και εκδηλώνεται με δυνητικά θανατηφόρα συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια, οξείες αρρυθμίες ή άλλες καρδιοπάθειες. Άλλες παρενέργειες είναι: Αναστρέψιμη αλωπεκία, έντονη ναυτία και έμετος, στοματίτιδα, οισοφαγίτιδα, διάρροια, πυρετός, ρίγη, εξανθήματα, υπερουριχαιμία, αύξηση της τιμής των ηπατικών ενζύμων και της χολερυθρίνης στο 20%-30% των ασθενών. Σοβαρές και μερικές φορές θανατηφόρες λοιμώξεις. Mπορεί να δώσει κόκκινη χροιά στα ούρα 1-2 ημέρες μετά τη χορήγησή της. Nέκρωση των τοπικών ιστών σε εξαγγείωση του φαρμάκου.
Aλληλεπιδράσεις: όταν χορηγείται σε σχήματα συνδυασμένης χημειοθεραπείας είναι δυνατόν να προκληθεί αθροιστική μυελοτοξική ενέργεια.
Προσοχή στη χορήγηση: Δεν πρέπει να χορηγείται σε ασθενείς με προϋπάρχουσα μυελοκαταστολή. Προϋπάρχουσα καρδιακή νόσος και προηγούμενη θεραπεία με ανθρακυκλίνες ή με άλλους καρδιοτοξικούς παράγοντες αποτελούν λόγο για αυξημένο κίνδυνο καρδιακής τοξικότητας. Πριν την έναρξη και κατά τη διάρκεια της θεραπείας πρέπει να γίνει HKΓ και υπερηχογράφημα καρδιάς και να προσδιορισθεί το κλάσμα εξώθησης της αριστερής κοιλίας. H μυοκαρδιοπάθεια που προκαλείται από ανθρακυκλίνες συνοδεύεται συνήθως από πτώση του δυναμικού του QRS και ελάττωση του κλάσματος εξώθησης της αριστερής κοιλίας. Ο κίνδυνος για καρδιοτοξικότητα είναι μεγαλύτερος με ταυτόχρονη ή προηγούμενη ακτινοθεραπεία στο μεσοθωράκιο. Να αξιολογείται η λειτουργία του ήπατος και των νεφρών πριν και κατά τη διάρκεια της θεραπείας. Μπορεί να προκαλέσει αύξηση του ουρικού οξέος του ορού λόγω της καταστροφής των λευχαιμικών κυττάρων. Σε περίπτωση εξαγγείωσης του φαρμάκου μπορεί να προκληθεί σοβαρή νέκρωση των πέριξ ιστών.
Δοσολογία: Στην οξεία μη λεμφοκυτταρική λευχαιμία σε ενήλικες το σχήμα που προτείνεται είναι 12 mg/m 2/ημέρα ενδοφλεβίως, για 3 ημέρες σε συνδυασμό με κυταραβίνη. Στην οξεία λεμφοκυτταρική λευχαιμία, ως μονοθεραπεία σε ενήλικες, η δόση είναι 12 mg/m 2/ημέρα ενδοφλεβίως για 3 ημέρες. Για παιδιά 10 mg/m 2/ημέρα ενδοφλεβίως για 3 ημέρες. Από το στόμα 30 mg/m /ημέρα για διάστημα 3 ημερών ως μονοθεραπεία ή 15-30 mg/m 2/ημέρα για διάστημα 3 ημερών σε συνδυασμό με άλλους αντιλευχαιμικούς παράγοντες.
Φαρμακευτικά προϊόντα
ZAVEDOS/Pfizer: caps 5mg x 1, 10mg x 1 ly.pd.inj 5mg/vial x 1, 10mg/vial x 1
Εμπορικές ονομασίες κεφαλαίου
Κ | Εμπορική ονομασία | Ενεργά συστατικά | Υπεύθυνος κυκλοφορίας |
---|---|---|---|
ZACORIST | Pharmazac Α.Ε. |