Tα βλεννολυτικά θεωρείται ότι υποβοηθούν την απόχρεμψη μειώνοντας το ιξώδες των βρογχικών εκκρίσεων. Tα φάρμακα αυτά με τη μορφή κυρίως αερολύματος μπορεί να αποδειχθούν χρήσιμα σε ορισμένους ασθενείς με χρόνια βρογχίτιδα, αν και η αποτελεσματικότητά τους με τη συστηματική χορήγηση αμφισβητείται.
Περιεχόμενα κεφαλαίου
- 03.02.02.01 Ακετυλοκυστεΐνη (Acetylcysteine)
- 03.02.02.02 Αμβροξόλη υδροχλωρική (Ambroxol Hydrochloride)
- 03.02.02.03 Βρωμεξίνη υδροχλωρική (Bromhexine Hydrochloride)
- 03.02.02.04 Δορνάση α (Dornase alpha)
- 03.02.02.05 Ερδοστεΐνη (Erdosteine)
- 03.02.02.06 Καρβοκυστεΐνη (Carbocisteine)
Δραστικές ουσίες κεφαλαίου
Η αμβροξόλη (ambroxol) έχει δειχθεί ότι αυξάνει τις εκκρίσεις του αναπνευστικού. Ενισχύει την παραγωγή του επιφανειοδραστικού παράγοντα των πνευμόνων και την λειτουργία των κροσσών. Αυτές οι δράσεις έχουν ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της ροής και της μεταφοράς της βλέννης (βλεννοκροσσωτή κάθαρση). Βελτίωση της βλεννοκροσσωτής κάθαρσης έχει δειχθεί σε κλινικές φαρμακολογικές μελέτες. Η αύξηση των εκκρίσεων και της βλεννοκροσσωτής κάθαρσης διευκολύνουν την απόχρεμψη και ανακουφίζουν το βήχα.
Η βρωμεξίνη (bromhexine) είναι ένας βλεννορυθμιστικός παράγοντας χρήσιμος για τη μείωση του ιξώδους των βρογχικών εκκρίσεων. Χορηγούμενο από το στόμα απορροφάται ταχέως και η δράση του εμφανίζεται μετά από 30 λεπτά έως μία ώρα, ενώ όταν εφαρμόζεται σε εισπνοές, μέσα σε 10-15 λεπτά. Η άμεση ενέργεια της βρωμεξίνης εμφανίζεται με αύξηση της ποσότητας των πτυέλων, που παρουσιάζεται 2-3 ημέρες μετά την έναρξη της θεραπείας.
Η καρβοκυστεΐνη (carbocisteine) είναι βλεννολυτικό. Ενεργεί στη φάση πηκτώματος της βλέννης, πιθανώς διασπώντας τους δεσμούς θείου των γλυκοπρωτεϊνών, διευκολύνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την απόχρεμψη.
Εμπορικές ονομασίες κεφαλαίου
Κ | Εμπορική ονομασία | Ενεργά συστατικά | Υπεύθυνος κυκλοφορίας |
---|---|---|---|
AFRODOR | Iasis Pharma Hellas Α.Β.Ε.Ε. | ||
MUCOTHIOL | |||
TUSSEFAR | Angelini Pharma Hellas Α.Β.Ε.Ε. |