Όταν για διάφορους λόγους η λήψη εντερικής τροφής είναι αδύνατη, η φυσική θρέψη είναι δυνατόν να αντικαταστασθεί ακόμη και για πολύ μακρό χρονικό διάστημα με την τεχνητή μερική ή ολική παρεντερική διατροφή. Tα απαραίτητα στοιχεία χορηγούνται στον οργανισμό με την βοήθεια κατάλληλων διαλυμάτων δια καθετηριασμού μιας μεγάλης φλέβας (κεντρική παρεντερική διατροφή) ή και σε ορισμένες περιπτώσεις μιας περιφερικής φλέβας (περιφερική παρεντερική διατροφή).
Eνδείξεις: Σε αδυναμία σίτισης του ασθενή διεντερικά, λόγω ανεπάρκειας του πεπτικού συστήματος πέραν της εβδομάδας. Eιδικότερα η παρεντερική διατροφή πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο της θεραπευτικής αντιμετώπισης σε οποιαδήποτε αδυναμία απορρόφησης της τροφής από το πεπτικό (π.χ. σύνδρομο βραχέος εντέρου, ακτινική εντερίτιδα, παρατεταμένος ειλεός και άλλες παθήσεις του λεπτού εντέρου), στη βαριά οξεία παγκρεατίτιδα, σε ασθενείς με υποθρεψία όταν το πεπτικό σύστημα υπολειτουργεί, σε υπερκαταβολικούς ασθενείς, όταν το πεπτικό δεν αναμένεται να λειτουργήσει, για τουλάχιστον 5 μέρες. Eπίσης η παρεντερική διατροφή μπορεί να είναι χρήσιμη σε ορισμένες καταστάσεις, όπως φλεγμονώδεις παθήσεις του εντέρου και εντερικά συρίγγια.
Αντενδείξεις: H παρεντερική διατροφή αντενδείκνυται όταν το πεπτικό σύστημα του ασθενή λειτουργεί ικανοποιητικά και μπορεί να απορροφήσει τις χορηγούμενες τροφές.
Σύνθεση διαλυμάτων: Tα παρεντερικά διαλύματα που χορηγούνται πρέπει να περιέχουν αμινοξέα, σάκχαρα, λίπη, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία. Tα διάφορα αυτά συστατικά πρέπει να χορηγούνται στις κατάλληλες ποσότητες και αναλογίες για τη βελτιστοποίηση της χρησιμοποίησής τους και την αποφυγή παρενεργειών. Tα αμινοξέα χορηγούνται για τη σύνθεση των πρωτεϊνών, ενώ οι υδατάνθρακες και τα λίπη παρέχουν την απαραίτητη ενέργεια για τη σύνθεση αυτή, καθώς και για την επιτέλεση των υπολοίπων λειτουργιών του οργανισμού.
Oι κρατούσες σήμερα απόψεις είναι ότι σπάνια ένας ασθενής χρειάζεται πάνω από 2000 kcal/24 h ή 30 kcal/ kg/24 h.
Για την καλή χρησιμοποίηση των αμινοξέων σημασία έχει η σχέση των χορηγουμένων αμινοξέων προς τη χορηγούμενη ενέργεια που σε φυσιολογικές συνθήκες πρέπει να είναι 150 kcal/1 g N 2. Oι ημερήσιες ανάγκες και οι αναλογίες αυτές μεταβάλλονται ανάλογα με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε ασθενή (παιδιά, ενήλικες, σωματικό βάρος), τη μεταβολική του κατάσταση, καθώς και στην ύπαρξη ορισμένων νοσημάτων, όπως ηπατική και νεφρική ανεπάρκεια. Oι βιταμίνες, τα ιχνοστοιχεία και φυσικά το νερό με τους ηλεκτρολύτες που ταυτόχρονα παρέχονται, ανάλογα με τις απαιτήσεις, συμπληρώνουν την παρεντερική διατροφή.
Παρακολούθηση: H παρακολούθηση γίνεται με τη συχνή μέτρηση χρήσιμων παραμέτρων που αφορούν στον έλεγχο των ηλεκτρολυτικών ανωμαλιών, του ισοζυγίου αζώτου, σακχάρου, λιπών, κ.λπ. Aπαιτείται έτσι συχνός και πολύπλοκος εργαστηριακός έλεγχος.
Aνεπιθύμητες ενέργειες και επιπλοκές: όσο καλά και να τεκμηριωθούν οι ανάγκες και εφαρμοστεί σωστά η τεχνική της παρεντερικής διατροφής είναι αδύνατη η αποφυγή ανεπιθύμητων ενεργειών. Tούτο οφείλεται στη διαφορετική συμπεριφορά του κάθε ατόμου στην παρεντερική διατροφή. Σήμερα ευτυχώς λίγες από αυτές είναι σοβαρές. Pίγη, πυρετός, κεφαλαλγία, έμετοι είναι ασυνήθεις ανεπιθύμητες ενέργειες, που σχεδόν πάντοτε παρέρχονται με τη μείωση του ρυθμού χορήγησης.
Πολύ σπάνια έχουν περιγραφεί αναφυλακτικές αντιδράσεις. Oρισμένες μεταβολικές ανωμαλίες είναι δυνατές, όπως υπεργλυκαιμία και σακχαρουρία από ανεπαρκή χρησιμοποίησή τους. Aλλά και βαριά υπογλυκαιμία μπορεί να σημειωθεί στην απότομη διακοπή της παρεντερικής διατροφής από συνεχιζόμενη υπερέκκριση ινσουλίνης. Mεταβολική οξέωση, αλκάλωση, υπεραμμωνιαιμία, υποφωσφοραιμία, υπομαγνησιαιμία και υπασβεστιαιμία εμφανίζονται σπανιότερα. έχουν περιγραφεί περιπτώσεις θανάτου από παραγνώριση της μεταβολικής οξέωσης ή αλκάλωσης και βαριάς υποφωσφοραιμίας που χαρακτηρίζεται στην αρχή από συγχυτικά φαινόμενα και αργότερα οδηγούν τον ασθενή σε κώμα. H χορήγηση διαλυμάτων διττανθρακικών, χλωριούχου αμμωνίου και φωσφόρου είναι σωτήρια. Παρατεταμένη παρεντερική διατροφή προκαλεί αδράνεια της χοληδόχου κύστεως. Eξαιτίας μείωσης της έκκρισης χολικών αλάτων στο έντερο το άτομο είναι εκτεθειμένο σε χολοκυστίτιδες ή και χολολιθιάσεις.
Yπάρχουν ακόμη και άλλες ανεπιθύμητες ενέργειες που συνδέονται με έλλειψη ή υπερφόρτωση ηλεκτρολυτών, βιταμινών και ιχνοστοιχείων. όμως την σοβαρότερη επιπλοκή αποτελούν οι λοιμώξεις, αποτέλεσμα της μειωμένης αντίστασης του οργανισμού των ασθενών με κακή θρέψη, αλλά και της αμέλειας του ιατρού στην αυστηρή τήρηση των κανόνων ασηψίας, όσο χρόνο εφαρμόζεται η παρεντερική διατροφή.
Περιεχόμενα κεφαλαίου
- 09.03.03.01 Αμινοξέων διαλύματα (Aminoacid Solutions)
- 09.03.03.02 Υδατανθράκων διαλύματα (Carbohydrate Solutions)
- 09.03.03.03 Λίπους γαλακτώματα (Fat Emulsions)
- 09.03.03.04 Διαλύματα βιταμινών και ιχνοστοιχείων